Στις 8 του Δεκέμβρη 1947 εκτελείται μετά από καταδικαστική απόφαση του έκτακτου στρατοδικείου Τρίπολης η κομμουνίστρια δασκάλα Αθηνά Μπενέκου, η ηρωική κόκκινη δασκάλα» του Μοριά. Μια μέρα πριν, ο τοπικός τύπος από τα πρωτοσέλιδά του αναφερόταν στη «θηριώδη συμμορίτισσα» με τίτλους όπως «Κατεδικάσθη μια αιμοσταγής ύαινα…» και «Τα τέρατα με την γυναικείαν μορφήν»…
Η Αθηνά Μπενέκου θυσίασε τα ολάνθιστα νιάτα της στον αγώνα για να λευτερωθεί η πατρίδα μας από κάθε μορφής καταπίεση, για να εκλείψει το σύστημα της εκμετάλλευσης, για μια κοινωνία της δουλειάς και της δικαιοσύνης, σοσιαλιστική-κομμουνιστική. Αυτό δεν θα της το συγχωρούσε ποτέ το αστικό κράτος που κυνήγησε, βασάνισε ανελέητα και δολοφόνησε χιλιάδες κομμουνιστές και άλλους αγωνιστές που αμφισβήτησαν και αντιπάλεψαν την σιδερένια εξουσία του.
«Μη ζητάτε να σας πω γιατί ήρθα στην Τρίπολη και τι γίνεται στο βουνό γιατί δεν είμαι τόσο αφελής να εκθέσω μια σειρά κόσμο που αγωνίζεται για τη λευτεριά του. Το έγκλημά μου είναι ότι αγάπησα το λαό και πήρα την υπόθεσή του σαν δική μου, για το λυτρωμό του…Όσο για κείνους που κρατούν τον αγώνα του λαού στο βουνό, σας λέγω ότι ξεπληρώνουν το χρέος τους και δεν είναι “συμμορίτες”, όπως τους λέτε. Τίποτε άλλο, ας με οδηγήσετε στο απόσπασμα…» θα πει μεταξύ άλλων στους στρατοδίκες, κοιτώντας τους κατάματα.
Η Αθηνά Μπενέκου γεννήθηκε το 1920, στο χωριό Ζούπαινα (σημερινή ονομασία Άγιοι Ανάργυροι) Λακωνίας. Ο πατέρας της ήταν παπάς. Σπούδασε δασκάλα στην Παιδαγωγική Ακαδημία Τρίπολης και ήξερε να μιλάει αγγλικά και γαλλικά. Στην Κατοχή έδρασε απ’ τις γραμμές της ΕΠΟΝ, και της Εθνικής Αλληλεγγύης (Γραμματέας της ΕΑ του νομού Λακωνίας), παλεύοντας με όλες της τις δυνάμεις, σαν δασκάλα και αγωνίστρια, για την απελευθέρωση του λαού και για την επιβίωσή του μέσα σε σκληρές συνθήκες. Έδειξε μεγάλη φροντίδα για τους άστεγους πυροπαθείς, τους καταδιωκόμενους και φυλακισμένους. Η μέριμνά της για τη λειτουργία λαϊκών ιατρείων και νοσοκομείων την έκαναν κοσμαγάπητη.
Το 1943 γίνεται μέλος του ΚΚΕ και στη συνέχεια καταδιωκόμενη για την αντιστασιακή της δράση, βγαίνει στο βουνό. Μετά τη Βάρκιζα, ως μέλος της Νομαρχιακής Επιτροπής του ΚΚΕ Λακωνίας, δπύλεψε δραστήρια για τη διατήρηση των παράνομων οργανώσεων του ΚΚΕ. Σε συνθήκες που ο λαός βρήκε απέναντί του με νέα στολή τους γερμανοντυμένους της Κατοχής, να υπηρετούν τώρα την εδραίωση της αστικής εξουσίας, τις συμμορίες του Κατσαρέα, του Παυλάκου, του Καμαρινέα, του Μαγγανά, να δολοφονούν και να βασανίζουν χιλιάδες αγωνιστές σε όλη την Ελλάδα και στη Λακωνία, η Αθηνά συνέχισε τον αγώνα, για να μη λυγίσει ο λαός στην τρομοκρατία, για να οργανωθεί η λαϊκή αντεπίθεση.
Έπαιξε πρωταγωνιστικό ρόλο στη δημιουργία και ανάπτυξη του δεύτερου ένοπλου αγώνα, εντάχθηκε στον ΔΣΕ ως πολιτικό-καθοδηγητικό στέλεχος, πήρε μέρος σε διάφορες μάχες του και τραυματίστηκε σε ενέδρα στα Σουστιανά, στις 27 του Μάη 1947.
Το Νοέμβρη του 1947 η Αθηνά Μπενέκου μπήκε στην Τρίπολη για να ανασυγκροτήσει το δίκτυο υποδοχής καταδιωκόμενων αγωνιστών, που θα έρχονταν από την Αθήνα για να καταταγούν στο ΔΣΕ. Επίσης, ανέλαβε να συγκεντρώσει, σε συνεργασία με την Οργάνωση του ΚΚΕ στην Τρίπολη και με την ηγεσία των κρατούμενων αγωνιστών στις φυλακές της πόλης, πληροφορίες για τη διάταξη και τη δύναμη των κυβερνητικών δυνάμεων, προκειμένου στις αρχές του 1948 να πραγματοποιηθεί προγραμματισμένη επίθεση των 1ου, 2ου και 3ου συγκροτημάτων του Δημοκρατικού Στρατού στην Τρίπολη, για την απελευθέρωση των 500 περίπου κρατουμένων στις φυλακές και την αντιμετώπιση του προβλήματος του ανεφοδιασμού των αντάρτικων δυνάμεων με πυρομαχικά.
Στις 29 του Νοέμβρη 1947, ενώ κυκλοφορούσε σε κάποιο δρόμο της πόλης, έγινε αντιληπτή από έναν συμπατριώτη της στρατιώτη, ο οποίος την κατέδωσε στην Ασφάλεια. Συνελήφθη αμέσως. Δικάστηκε και καταδικάστηκε από Στρατοδικείο που της επέβαλε 6 φορές την ποινή του θανάτου, την 1η του Δεκέμβρη 1947. Η Αθηνά άκουσε με ψυχραιμία την απόφαση του Στρατοδικείου.
Στην απολογία της είπε τούτα τα αντάξια για μια ηρωίδα λόγια (όλα τα στοιχεία από το βιβλίο του Αρ. Καμαρινού, Ο Εμφύλιος Πόλεμος στην Πελοπόννησο, 1946-1949, σσ. 278-79):
«Η υπόθεση της Αθηνάς Μπενέκου έχει άμεση, στενή σχέση με το δράμα που περνάει ο βασανισμένος λαός μας ύστερα από τον Δεκέμβρη που καταργήθηκε το κράτος, η ισοτιμία και η ισοπολιτεία. Η τρομοκρατία που γίνεται σήμερα σε πανελλαδική κλίμακα, και ιδιαίτερα στη Λακωνία, με ανάγκασε για λόγους ατομικής προφύλαξης να πάρω τα βουνά. Βλέπω γύρω μου βλέμματα μίσους και αντιπάθειας και καταλαβαίνω ότι βρίσκομαι σε εχθρικό περιβάλλον. Τούτο όμως δεν με νοιάζει καθόλου γιατί ξεπλήρωσα το χρέος μου σαν αντάρτισσα και είμαι έτοιμη να δεχθώ όποια ποινή μού βάλετε. Μη ζητάτε να σας πω γιατί ήρθα στην Τρίπολη και τι γίνεται στο βουνό, γιατί δεν είμαι τόσο αφελής να εκθέσω μια σειρά κόσμο που αγωνίζεται για τη λευτεριά του. Το έγκλημά μου είναι ότι αγάπησα το λαό και πήρα την υπόθεσή του σαν δική μου για το λυτρωμό του. Λυπάμαι μόνο που μαζί μου λογοδοτούν και οι γυναίκες αυτές που εξαπάτησα για το σκοπό μου. Αν πρόκειται να τιμωρηθούν, δέχομαι να δεχθώ εγώ την τιμωρία τους. Άλλο τίποτα δεν έχω να σας πω, δεν πρόκειται να μετανοήσω γιατί δεν βλέπω να έκανα κανένα έγκλημα».
Λίγα δευτερόλεπτα προτού την εκτελέσουν φώναξε δυνατά: «Πιστεύω ότι αυτός ο χώρος, τον οποίο τώρα εσείς τον ποτίζετε με το αίμα μου, αύριο θα γίνει τόπος προσκυνήματος και θα ’ρχονται εδώ τα παιδιά σας να τον ραίνουν με λουλούδια».
Στο κελί των μελλοθανάτων είχε χαράξει στον τοίχο τούς παρακάτω στίχους του Βασίλη Ρώτα, βάζοντας και την υπογραφή της από κάτω:
“Κι αν σε ρωτήσει η μάνα μου / και πού ’ναι η θυγατέρα μου,/ κάθεται σ’ όμορφη πλαγιά/ και τραγουδά τη Λευτεριά…”
Αυτή ήταν η μεγάλη ηρωίδα Αθηνά Μπενέκου που θα ζει αιώνια στη θύμηση του λαού μας.
Last modified: 8 Δεκεμβρίου 2017