Στη βιομηχανία του σεξ έχουν αναζητήσει εργασία χιλιάδες φοιτητές της Βρετανίας. Οι λόγοι δεν είναι άλλοι από τα υπέρογκα δίδακτρα των πανεπιστημίων αλλά και το ιδιαίτερα υψηλό κόστος ζωής. Περίπου ένας στους 20 φοιτητές έχουν αναγκαστεί να παρέχουν σεξουαλικές υπηρεσίες για οικονομικούς λόγους χωρίς να λείπουν κι αυτοί που οδηγήθηκαν σε αυτά τα μονοπάτια από την περιέργεια.
Το 50% των φοιτητών που μπήκαν στη βιομηχανία του σεξ το έκαναν για να πληρώσουν τα πανεπιστήμια τους και να καλύψουν τα βασικά έξοδα διαβίωσης. Το 45% το έκανε γιατί ήθελε να αποφύγει τα χρέη. Αυτά είναι τα βασικά ευρήματα της σχετικής μελέτης που πραγματοποίησε το Πανεπιστήμιο Swansea με τίτλο «Students Sex Work Project». Η μελέτη στηρίζεται σε έρευνες τριών ετών στις οποίες συμμετείχαν 6.750 σπουδαστές.
Η έρευνα διαπίστωσε ότι περισσότεροι άντρες απ’ ότι γυναίκες παρέχουν υπηρεσίες σχετικές με το σεξ ενώ και τα δυο φύλα συμμετέχουν σε τόσο σε «έμμεσες» όσο και σε «άμεσες» δραστηριότητες. Στην «άμεση εργασία» περιλαμβάνεται επαφή με τους πελάτες (πορνεία) ενώ η «έμμεση εργασία» περιλαμβάνει υπηρεσίες όπως το τηλεφωνικό και διαδικτυακό σεξ.
Οι άντρες συνήθως απασχολούνται ως «γυμνοί μπάτλερ» (σερβίρεις σε πάρτι γυμνός) και στρίπερς, παίζουν σε ταινίες πορνό ή πωλούν σεξουαλικές υπηρεσίες online. Οι γυναίκες συνήθως δουλεύουν ως στρίπερς ή πωλούν σεξουαλικές υπηρεσίες διά τηλεφώνου και διαδικτύου.
Σύμφωνα με τη μελέτη το 4,8% των φοιτητών της Βρετανίας έχουν εργαστεί στη βιομηχανία του σεξ ενώ το ένα πέμπτο των φοιτητών σκέφτηκαν να το κάνουν.
Τα κίνητρα
Το 56% των φοιτητών που προσφέρουν σεξουαλικές υπηρεσίες δηλώνει ότι το κάνει για να πληρώσει τις βασικές του ανάγκες ενώ το 64% δηλώνει πως το κάνει για να μπορεί να ακολουθεί έναν συγκεκριμένο τρόπο ζωής. Η αποφυγή συσσώρευσης χρέους ή η αποπληρωμή χρέους καταγράφεται επίσης στα κίνητρα.
Οι νέοι που σπουδάζουν στη Βρετανία του σήμερα όταν τελειώνουν το πανεπιστήμιο έχουν ένα φοιτητικό χρέος ύψους περίπου 50.000 λιρών. Τα περισσότερα από τα μισά βρετανικά πανεπιστήμια ζητούν 9.000 λίρες ετησίως που είναι το υψηλότερο επιτρεπτό όριο από το νόμο. Το ποσό αυτό μπορεί να είναι φυσικά πολύ μεγαλύτερο αν συμπεριληφθεί σε αυτό το προσωπικό χρέος του σπουδαστή, εφόσον υπάρχει.
Από τα αποτελέσματα της έρευνας είναι σαφές ότι για τον μεγαλύτερο αριθμό φοιτητών που προσφέρουν σεξουαλικές υπηρεσίες το κίνητρο είναι η εξυπηρέτηση και αποπληρωμή του φοιτητικού χρέους. Οι ερευνητές τονίζουν ότι με δεδομένο το αυξανόμενο κόστος της φοιτητικής ζωής, είναι απίθανο ο αριθμός των σπουδαστών που στρέφονται στην βιομηχανία του σεξ να μειωθεί.
Πάντως τα χρήματα δεν είναι το μοναδικό κίνητρο για την είσοδο των φοιτητών στη βιομηχανία του σεξ. Περίπου το 54% των σπουδαστών επικαλούνται την περιέργεια ως παράγοντα που οδήγησε στην απόφασή τους να προσφέρουν τέτοιες υπηρεσίες. Το 59% δήλωσε ότι πίστευε πως θα απολάμβανε την εργασία ενώ το 44% δήλωσε ότι υποκινήθηκε από τη σεξουαλική ευχαρίστηση.
Η ευθύνη των πανεπιστημίων
Η πλειοψηφία των φοιτητών που προσφέρουν υπηρεσίες σεξ δήλωσαν ότι νιώθουν ασφαλείς στην εργασία τους ενώ ένας στους τέσσερις δήλωσε πως νιώθει ανασφαλής. Τέλος το 50% των νέων που έχουν σωματική επαφή με τους πελάτες δήλωσε ότι φοβάται τα κρούσματα βίας. Σημειώνεται πάντως ότι ένας στους πέντε φοιτητές ζήτησε την παροχή συμβουλών. Ο αριθμός αυτός αγγίζει το 50% για τους σπουδαστές που έρχονται σε σωματική επαφή με τους πελάτες.
Η επικεφαλής της έρευνας, δρ. Τρέισι Σαγκάρ κάλεσε τα πανεπιστήμια να λάβουν υπόψη τους τα ευρήματα της μελέτης και να αναλάβουν δράση. «Πλέον υπάρχουν απτές αποδείξεις ότι οι φοιτητές παρέχουν σεξουαλικές υπηρεσίες σε όλη τη Βρετανία. Στην πλειοψηφία τους κρατούν μυστικές τις ασχολίες τους λόγω του κοινωνικού στιγματισμού και του φόβου της κριτικής από την οικογένεια και τους φίλους».
«Πρέπει να έχουμε κατά νου ότι οι φοιτητές που παρέχουν τέτοιες υπηρεσίες δεν είναι ασφαλείς, ούτε αισθάνονται ασφαλείς. Είναι ζωτικής σημασίας τα πανεπιστήμια να κατανοήσουν την κατάσταση και να παρέχουν υποστήριξη στους φοιτητές τους όταν αυτοί το χρειάζονται» πρόσθεσε η δρ Σαγκάρ.
«Γνωρίζουμε μέσω της έρευνας ότι μερικοί φοιτητές ζήτησαν βοήθεια από το προσωπικό του πανεπιστημίου τους, αλλά γνωρίζουμε επίσης ότι το προσωπικό που εργάζεται στις υπηρεσίες υποστήριξης των πανεπιστημίων αισθάνεται ανίκανο να προσφέρει την κατάλληλη υποστήριξη» σημειώνει από την πλευρά της, η ερευνήτρια Ντέμπι Τζόουνς. «Γι’ αυτό το επόμενο στάδιο της προσπάθειάς μας θα είναι να αναπτύξουμε και να εφαρμόσουμε προγράμματα κατάρτισης του προσωπικού των πανεπιστημίων και των υπηρεσιών υποστήριξης των φοιτητών» πρόσθεσε.
Last modified: 29 Μαρτίου 2015