Αττική οδός, έξοδος 7: Ο τόπος των Ρομά
της Χρύσας Καραμήτρου, μέλους του Συλλόγου μας ΄΄Ο Περικλής΄΄
Ο τραγικός θάνατος ενός μαθητή δημοτικού σχολείου στο Μενίδι από «αδέσποτη» σφαίρα αλλά και οι πράξεις τυφλής βίας και αντεκδίκησης, ως επακόλουθα του γεγονότος αυτού, άνοιξαν απότομα τη συζήτηση για τον «αβίωτο βίο» σχεδόν μισού εκατομμυρίου ανθρώπων στη Δυτική Αττική. Οι πολιτικοί παράγοντες της δεξιάς και ακροδεξιάς, διά στόματος Μητσοτάκη και Βορίδη, πιασμένοι χεράκι με τους φασίστες της Χρυσής Αυγής, ως άλλοι σερίφηδες στην «Άγρια Δύση» της Αττικής, άδραξαν την ευκαιρία οι μεν να εκμεταλλευτούν πολιτικά τα γεγονότα, οι δε να βγάλουν όλο τον βρώμικο, ρατσιστικό μισανθρωπισμό τους εναντίον των πληθυσμών Ρομά, νομιμοποιώντας με λόγους και πράξεις μίσους τη συλλογική ενοχοποίηση της κοινότητας αυτής. Λειτούργησαν ως μπράβοι του συστήματος, ξεπλένοντας τα γενεσιουργά αίτια της φτώχειας, της εκμετάλλευσης και της δυστυχίας και επομένως προφυλάσσοντας την αδιασάλευτη «ευημερία» του οργανωμένου -με αστραφτερά ονοματεπώνυμα- εγκλήματος, που εδώ και πολλά χρόνια λυμαίνεται την περιοχή. Οι «μεγαλοκαρχαρίες» ζουν και βασιλεύουν με την ανοχή αστυνομίας και δικαστών, ενώ οι φτωχοδιάβολοι τρώνε τις σάρκες τους σε έναν τόπο δίχως αύριο. Φτωχοί, που εξαθλιώνονται όλο και περισσότερο μέρα με τη μέρα εναντίον φτωχότερων, ευάλωτων και παραδοσιακά περιθωριοποιημένων, στο μεγαλύτερο «hotspot – στρατόπεδο συγκέντρωσης» της χώρας!
Ποιος δεν γνωρίζει ότι η περιοχή αυτή είναι το κέντρο διακίνησης όπλων και ναρκωτικών για όλη την Ελλάδα; Ποιος δεν γνωρίζει ότι ένα μεγάλο μέρος της Δυτικής Αττικής είναι ένα γκέτο; Ποιος δεν γνωρίζει ότι μέσα σε αυτό το γκέτο υπάρχουν δεκάδες άλλα μικρότερα γκέτο ταπεινών και καταφρονεμένων με έντονη μεταξύ τους κοινωνική διαστρωμάτωση, με διαφορετικές υποκουλτούρες και κώδικες επικοινωνίας; Μετανάστες της τελευταίας εικοσαετίας κυρίως «Ελληνοπόντιοι» και Ρώσοι, Ρομά αλλά και μικρομεσαία και φτωχοποιημένα κοινωνικά στρώματα καλούνται να ζήσουν μαζί σε ένα υποβαθμισμένο από κάθε άποψη περιβάλλον με διαρρηγμένες τις κοινωνικές σχέσεις και κάθε έννοια κοινωνικού δεσμού.
Ζεφύρι, Μενίδι, Άνω Λιόσια, Ασπρόπυργος, πόλεις που δεν τις επισκέπτεται κανείς, για απλή βόλτα εκτός αν έχει φίλους ή συγγενείς ή έχει χρεωθεί κάποια ειδική αποστολή. «Ερυθρός Σταυρός», «Γιατροί χωρίς Σύνορα», οι Ρομά της εκπαίδευσης – αναπληρωτές εκπαιδευτικοί, που τοποθετούνται κάθε χρόνο κατά χιλιάδες εκεί και κάποιοι εκατοντάδες μόνιμοι, που το πιθανότερο είναι ότι θα ήθελαν να βρίσκονται αλλού. Ωστόσο, και αυτοί ακόμη μπορούν να κυκλοφορήσουν στις δύσκολες περιοχές – στα πλαίσια πάντα του ζην επικινδύνως – μόνο την ημέρα, καθώς τη νύχτα οι δρόμοι γίνονται απροσπέλαστοι. Είναι πιο ασφαλές να κοιμηθεί κανείς νύχτα σε παγκάκι στην Ομόνοια, παρά να κυκλοφορήσει με το αυτοκίνητό του στους πιο σκοτεινούς δρόμους του Δήμου Φυλής. Ας βάλουμε όμως τα πράγματα στη θέση τους! Είμαστε σίγουροι ότι όλοι οι Ρομά μπορούν να κυκλοφορήσουν άνετα και με ασφάλεια στη γειτονιά τους; Η απάντηση είναι κατηγορηματικά «όχι»! Ταμπουρώνονται κι αυτοί στα σπίτια τους, για να γλιτώσουν από τη βία των ανθρώπων του οργανωμένου εγκλήματος. Και η επισήμανση αυτή δεν ενέχει καμιά διάθεση εξωραϊσμού της κατάστασης ή δικαιολόγησης και αποδοχής έκνομων πράξεων, παραβατικότητας και εγκληματικότητας από μερίδα αυτού του πληθυσμού.
Υπήρξα για δυο χρόνια δασκάλα στο Ζεφύρι, στο σχολείο του καταυλισμού των Ρομά, αν και δυο μήνες μου ήταν αρκετοί, για να καταλάβω τι συμβαίνει εκεί! Έξοδος 7 στην Αττική Οδό. Έξοδος από έναν κόσμο, από όπου το κατευόδιο ήταν συνήθως η επιτιμητική ματιά κάποιων γνωστών στη «δασκάλα των γύφτων», είτε η ανησυχητική ματιά κάποιων άλλων, μήπως κολλήσω και κουβαλήσω αρρώστιες στον υπέροχα αποστειρωμένο κόσμο μας, όπου οι μιαροί, οι ανέγγιχτοι, οι αθίγγανοι δεν έχουν καμιά θέση. Δυστυχώς, για αρκετό κόσμο η φτώχεια είναι κάτι σαν τη λέπρα ή κάτι που παρεμποδίζει το ζεν του προσωπικού βιώματος και το φενγκ σούι του περιβαλλοντικού ερεθίσματος!
Είσοδος 7 στην Αττική Οδό. Είσοδος σε έναν κόσμο και σε έναν τόπο διαλυμένο. Κάθε πρωί η ίδια διαδρομή και το ίδιο «σκηνικό πολέμου». Βρωμεροί δρόμοι, αναποδογυρισμένα κλεμμένα και καμένα αυτοκίνητα, λόφοι σκουπιδιών, καμένοι κάδοι, λασπόνερα, γιαπιά, παράγκες, σπίτια ρημαγμένα, τρύπες σε ντουβάρια από ολονύκτιους πυροβολισμούς. Ένα περιβάλλον απερίγραπτης και απόλυτης παρακμής! Μέσα από αυτόν τον κόσμο ξεμύτιζαν κάθε πρωί οι μικροί μαθητές και οι μικρές μαθήτριες του σχολείου, που περίμεναν τη «μπαλαμή δασκάλα» να τους μάθει γράμματα. Άλλα παιδιά από τρώγλες και άλλα από λίγο καλύτερες – φτωχές και λαϊκές πάντα – κατοικίες. Λίγα παιδιά με τους γονείς στο πλάι τους. Τα περισσότερα με παππούδες και γιαγιάδες, καθώς οι γονείς ή έλειπαν για το μεροκάματο, για μικροπεμπόριο ή άλλου είδους απασχόληση, οπουδήποτε στην Ελλάδα ή ήταν στη φυλακή (ο ένας ή και οι δύο) συνήθως για μικροπαραβάσεις, απάτες, κλοπές κλπ.
Η φοίτηση δεν ήταν τακτική και συνεχής. Τα παιδιά δεν ήθελαν πολλές φορές να έρθουν στο σχολείο, γιατί δεν είχαν τσάντα ή παπούτσια ή μολύβια ή φαγητό για τα διαλείμματα. Ο αγώνας να καλύπτουμε τις ανάγκες τους σε αυτά τα είδη ήταν διαρκής. Όπως και οι επισκέψεις μας στα σπίτια, για να τα φέρουμε ξανά στο σχολείο, όταν απουσίαζαν πολύ καιρό. Στο σχολείο η κατάσταση ήταν συνήθως έκρυθμη. Υπήρχε πάντα ο κίνδυνος να μεταφερθούν εκεί βεντέτες μεταξύ οικογενειών ή και το αντίστροφο, δηλαδή να προκύψει βεντέτα οικογενειών μετά από διαπληκτισμούς ανάμεσα στα παιδιά από το σχολείο. Η παρέμβαση των εκπαιδευτικών για την αποτροπή τέτοιων γεγονότων ήταν πάντα αναγκαία. Στα διαλείμματα συνήθως οι εφημερίες των δασκάλων γίνονταν υπό τον ήχο πυροβολισμών από τη γύρω περιοχή. Εκπαιδευτικοί και παιδιά είχαμε συμβιβαστεί με την κανονικότητα να σφυρίζουν οι σφαίρες κάποιες φορές πάνω από τα κεφάλια μας.
Όσον αφορά το μάθημα στην τάξη τα δίγλωσσα αυτά παιδιά έπρεπε να μαζέψουν όλες τους τις δυνάμεις, για να μάθουν όχι τη μητρική τους γλώσσα, τη ρομανί, που άλλωστε είναι μόνο προφορική γλώσσα, αλλά την ελληνική. Επιπλέον, η ρομανί δεν είναι ενιαία και στο Ζεφύρι, τουλάχιστον, εκφραζόταν με δύο διαφορετικές διαλέκτους. «Σόκερεσα, κυρία;» έλεγαν τα μισά παιδιά. «Τσι φατς, κυρία;» έλεγαν τα άλλα μισά, προκειμένου να με ρωτήσουν: «Τι κάνεις, κυρία;». Χωρισμένα ήδη από την αφετηρία της ζωής τους σε δύο ομάδες λόγω του διαφορετικού γλωσσικού συμβολισμού του κόσμου τους! Οι γονείς τους ή οι κηδεμόνες τους, αναλφάβητοι στη συντριπτική τους πλειοψηφία δεν μπορούσαν να τα βοηθήσουν. Επιπλέον, αρκετά από αυτά αντιμετώπιζαν ειδικές μαθησιακές δυσκολίες. Καθώς δεν υπήρχε επί της ουσίας υποστηρικτικό – οικογενειακό ή ευρύτερο -περιβάλλον πολλά παιδιά απογοητεύονταν και εγκατέλειπαν το σχολείο κυρίως λόγω της ακραίας φτώχειας που μάστιζε τα ίδια και τις οικογένειές τους.
Οι τάξεις ήταν ηλικιακά ανομοιογενείς, δεδομένου ότι καθώς λόγω της μη τακτικής φοίτησης και των διαρκών διακοπών και επαναφορών στο σχολείο κάθε χρόνο, μπορεί να φοιτούσαν στην ίδια τάξη παιδιά ακόμη και με τέσσερα χρόνια διαφορά, γεγονός που δημιουργούσε επιπλέον δυσκολίες στο εκπαιδευτικό έργο. Τα κορίτσια, κυρίως όσα ήταν μεγαλύτερα και είχαν μπει ήδη στην εφηβεία, εγκατέλειπαν το σχολείο συχνότερα από τα αγόρια, είτε για να βοηθήσουν στα σπίτια τους είτε για να παντρευτούν.
Όμως το σχολείο ήταν για αυτά τα παιδιά ο μοναδικός φάρος στην τρικυμιώδη ζωή τους. Με τα πενιχρά μέσα που διαθέταμε κάναμε γιορτές και θεατρικά, χορεύαμε και τραγουδούσαμε, ζωγραφίζαμε, συζητούσαμε, γελούσαμε και παίζαμε. Μαθαίναμε και δημιουργούσαμε! Και το σημαντικότερο όλων παίρναμε και δίναμε αγάπη! Τα περισσότερα παιδιά σέβονταν κι εκτιμούσαν τον / την εκπαιδευτικό, που έδειχνε κατανόηση, αλλά και τα ενθάρρυνε να συνεχίζουν και να προσπαθούν.
Κι όλα αυτά σε ένα σχολείο, για το οποίο η Ελλάδα κινδύνευε να καταδικαστεί από το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο Δικαιωμάτων του Ανθρώπου για περιορισμένη πρόσβαση στην εκπαίδευση και για σχολικό διαχωρισμό, για γκετοποίηση δηλαδή των μαθητών/ τριών, όπως άλλωστε είχε κατά καιρούς συμβεί με το 4ο Δημοτικό Σχολείο Σοφάδων και το 12ο Δημοτικό Σχολείο Ασπρόπυργου. Η λύση ήταν – σύμφωνα πάντα με τους ατσαλάκωτους ιθύνοντες της ευρωπαϊκής διαπολιτισμικότητας – να κλείνουν αυτά τα «μονοπολιτισμικά σχολεία – γκέτο» και οι μαθητές και οι μαθήτριές τους να μεταφέρονται με λεωφορεία σε γειτονικά σχολεία, όπου θα διαμοιράζονται και θα διαχέονται μέσα στον ευρύτερο μαθητικό πληθυσμό. Βεβαίως τέτοιες προσεγγίσεις ακούγονται πολύ ωραίες και εύκολα εφαρμόσιμες! Ωστόσο, αυτοί οι «εξ αποστάσεως ανθρωπιστές» αγνοούν ότι η αναγκαστική καθημερινή απομάκρυνση από τη γειτονιά είναι αδιανόητη για τους Ρομά, ότι είναι αγχογόνος παράγοντας και αποτελεί κυρίως αντικίνητρο για τη σχολική φοίτηση των παιδιών τους.
Τις τελευταίες μέρες, στον απόηχο των γνωστών γεγονότων στο Δήμο Φυλής, ο υπουργός Παιδείας Έρευνας και Θρησκευμάτων Κ. Γαβρόγλου ανακοίνωσε σε κοινή συνέντευξη τύπου συναρμόδιων υπουργών στο υπουργείο Εσωτερικών μέτρα για την εκπαίδευση των Ρομά: Μείωση του αριθμού των μαθητών από 25 σε 15. Τοποθέτηση κοινωνικών λειτουργών και διαμεσολαβητών με την τοπική κοινωνία στα σχολεία . Υποχρεωτική παρακολούθηση του ολοήμερου σχολείου. Θεσμοθέτηση της υποχρεωτικής λειτουργίας Σχολής Γονέων. Εισαγωγή μαθητών Ρομά με απολυτήριο Λυκείου, χωρίς εξετάσεις σε κάποιες σχολές. Ταυτόχρονα, απέστειλε στις σχολικές μονάδες με την ένδειξη «ΕΠΕΙΓΟΝ» μια φόρμα συμπλήρωσης με τα στοιχεία φοίτησης μαθητών Ρομά για το σχολικό έτος 2016-2017 ( Όνομα Σχολικής Μονάδας * Συνολικός Αριθμός Μαθητών Σχολείου (Αριθμητικά) * Συνολικός Αριθμός Εγγραφέντων Ρομά το Σχολικό Έτος 2016-2017(Αριθμητικά) * Συνολικός Αριθμός Ρομά Που Φοίτησαν (παρακολουθούσαν με συνέπεια τα μαθήματα) το Σχολικό Έτος 2016-2017(Αριθμητικά) *). Κατεπειγόντως, λοιπόν, θέλει να γνωρίζει το Υπουργείο πόσα παιδιά Ρομά «παρακολούθησαν με συνέπεια τα μαθήματα»! Υποθέτουμε ότι καίγονται τα επιτελεία να συλλέξουν αυτά τα στοιχεία, για να ξέρουν πόσους εκπαιδευτικούς μπορούν να περικόψουν και πόσες σχολικές μονάδες να συγχωνεύσουν. Κατά τα άλλα δεν τους καίγεται καρφί!
Και η ζωή συνεχίζεται! Οι σφαίρες θα πέφτουνε βροχή! Βροχή θα συνεχίσουν να πέφτουν και τα εκατομμύρια των ευρώ στο όνομα των Ρομά, που θα γεμίζουν ζεστά – ζεστά τις τσέπες λίγων και θα κοιμίζουν τις συνειδήσεις των πολλών. Ποιος θα βγει, επιτέλους, να απολογηθεί για τα πενιχρά αποτελέσματα των πολυδάπανων προγραμμάτων για την «ένταξη ειδικών πολιτισμικών ομάδων στην εκπαίδευση» (τσιγγανόπαιδες, παλιννοστούντες, μετανάστες, μουσουλμανόπαιδες) που «τρέχουν» εδώ και είκοσι χρόνια στη χώρα; Ξεκίνησαν το 1996 επί Κ. Σημίτη, χρηματοδοτούνταν από εθνικούς και κοινοτικούς πόρους και κόστιζαν πάνω από 1 δις δρχ. το καθένα.
Το πρόγραμμα με την ειδική ονομασία «Ένταξη και εκπαίδευση των παιδιών Ρομά», σύμφωνα με την Ειδική Γραμματεία Διαχείρισης (ΕΣΠΑ 2014-2020), συνεχίζεται και σήμερα και υλοποιείται από τρία Πανεπιστήμια της χώρας με προϋπολογισμό 1.800.000 ευρώ. Προγράμματα, πακτωλοί χρημάτων και πλήθος ακαδημαϊκών ερευνών, που δεν έχουν αλλάξει ουσιαστικά και ριζικά, σε μεγάλο βαθμό και ευρεία κλίμακα τη ζωή των Ρομά. Αποδείχθηκε ότι η αφ’ υψηλού, η από απόσταση ασφαλείας, σχεδόν ελιτίστικη ακαδημαϊκή ενασχόληση με τους Ρομά δεν μπορεί να αποτελεί τη λύση του προβλήματος. Αποδείχθηκε ακόμη ότι η αφηρημένη -εκτός πλαισίου κοινωνικής κριτικής και αντιρατσιστικού αγώνα- εξύμνηση της διαφορετικότητας και της ετερότητας ίσως να αποτελεί και εχέγγυο για αυτό που έστω και διακηρυκτικά επιθυμεί να καταπολεμήσει, δηλαδή την περιχαράκωση και εν τέλει τον αποκλεισμό.
Μέσα στη δίνη της οικονομικής κρίσης και καθώς μεγάλα κοινωνικά στρώματα εξαθλιώνονται και φτωχοποιούνται, φαινόμενα όπως η σχολική υποεπίδοση, η σχολική αποτυχία και η εγκατάλειψη του σχολείου δεν αφορούν μόνο ειδικές κοινωνικές κατηγορίες μαθητών και μαθητριών. Είναι η ώρα το μαχόμενο ριζοσπαστικό τμήμα της εκπαίδευσης να απαιτήσει δυναμικά την προώθηση μιας εκπαιδευτικής πολιτικής, στη βάση της κοινωνικής δικαιοσύνης, της αλληλεγγύης και του σεβασμού, με ενιαίο και συνεκτικό παιδαγωγικό προσανατολισμό με σκοπό να μην μείνει κανένα παιδί εκτός σχολείου. Παιδιά μεταναστών και προσφύγων, παιδιά Ρομά, παιδιά ανέργων και γενικά μη προνομιούχων κοινωνικών στρωμάτων δεν μπορούν να βρουν μακροπρόθεσμα μια θέση κάτω από τον ήλιο με προγράμματα ΕΣΠΑ ή «δράσεις» των ΜΚΟ, με φιλανθρωπίες και συσσίτια γνωστών Ινστιτούτων και Ιδρυμάτων.
Μιλώντας για τους Ρομά, οφείλουμε να παραδεχτούμε ότι βιώνουν την απόλυτη περιφρόνηση και τον απόλυτο φοβικό ρατσισμό σχεδόν από το σύνολο της κοινωνίας. Στερεοτυπικά υποστηρίζεται ότι είναι επιλογή τους να μην μορφώνονται, να μην έχουν σταθερή δουλειά και να μετακινούνται διαρκώς. Πιθανόν να έχουν μια ιδιάζουσα κοινοτική αντίληψη ζωής και μετακίνησης, ωστόσο αυτή δεν είναι καθοριστική ούτε κυρίαρχη, όπως συνέβαινε πολλά χρόνια πριν. Επιπλέον, επικρατεί η αντίληψη ότι είναι στη φύση τους, στο DNA τους, να είναι βρώμικοι, ασυμμάζευτοι αλλά και φτωχοί και εγκληματίες. Ότι δεν θέλουν να ενταχθούν κι ότι η ελευθεριότητα και η παραβατικότητα είναι μέρος της κουλτούρας τους. Κι εδώ μοιάζει η αρχή της «Αυτοεκπληρούμενης Προφητείας» να βρίσκει την απόλυτη εφαρμογή της. Ο αρχικά εσφαλμένος ορισμός αυτής της κατάστασης, προκαλεί τις συμπεριφορές που περιγράφουμε κι έτσι η αρχικά εσφαλμένη σύλληψη της κατάστασης γίνεται – σχεδόν νομοτελειακά – πραγματικότητα. Το αποτέλεσμα είναι η διαιώνιση της κυριαρχίας του λάθους. Με δυο λόγια, αν όλη η κοινωνία θέλει τους Ρομά εγκληματίες, πράγματι αυτό τελικά θα είναι!
Στο πρόσωπο των Ρομά δεν ενοχοποιείται η εγκληματικότητα. Στο πρόσωπο των Ρομά ενοχοποιείται η φτώχεια. Και στην περίπτωσή τους δεν μπορεί να ισχύει η ρήση «φτωχός πλην τίμιος»! Στην ακραία φτώχεια δεν υπάρχει η πολυτέλεια των αξιών. Η εγκληματικότητα και η παραβατικότητα δεν συνδέεται με τη φυλή, αλλά με τη φτώχεια, την ανέχεια και τον αποκλεισμό. Κι όλα τα παραπάνω φέρνουν τα ναρκωτικά, τα όπλα, τη βία, την πορνεία. Δυστυχώς, αυτά είναι η μοναδική «περιουσία» που κληροδοτείται στις νέες γενιές των Ρομά. Ένας φαύλος κύκλος και μια αλυσίδα που δεν σπάει εύκολα!
Εκτός όμως από τα παραπάνω κληροδοτείται και το τυφλό μίσος των ανθρώπων του περιθωρίου, εναντίον της κοινωνίας που τους αντιμετωπίζει σαν σκουπίδια. Η εγκληματικότητα δεν αποτελεί μόνο διέξοδο επιβίωσης για μερίδα του πληθυσμού αυτού, αλλά δυνατότητα να δείξει τη δύναμή του και να εκδικηθεί. Νεαροί Ρομά «σπάνε» ασθενοφόρα, λεωφορεία, ταξί, απορριμματοφόρα. Κι όλα αυτά στρέφονται εναντίον τους. Η έκρηξη δεν έχει λογική, ούτε τέλος! Το εκρηκτικό φινάλε της ταινίας «Το μίσος» του Ματιέ Κασοβίτς περιγράφει εύστοχα όλα τα παραπάνω. «Σημασία δεν έχει η πτώση, αλλά η πρόσκρουση» είναι το μότο της ταινίας. Στο βλέμμα του νεαρού με το όπλο μπορεί να δει κάποιος το μίσος, όχι εναντίον του φυσικού προσώπου που σημαδεύει, αλλά εναντίον του συστήματος που τον αγνοεί και τον πετά στο περιθώριο.
Το ίδιο δεν συμβαίνει στα παρισινά προάστια των περιθωριοποιημένων και φτωχών; Το ίδιο δεν συμβαίνει στο Μπρονξ και το Χάρλεμ των μαύρων της αστραφτερής Νέας Υόρκης; Το ίδιο δεν συμβαίνει στις φαβέλες των φτωχών του Ρίο; Βία, συμμορίες, ναρκωτικά, όπλα, εγκληματικότητα! Μόνο η αρχιτεκτονική τοπίου αλλάζει. Πάντα όμως στο πλάι, στην άκρη, στο πίσω μέρος, στον απόπατο της κοινωνίας! Όλα αυτά αποτελούν καταρχήν περίτρανη απόδειξη της υποκρισίας του δυτικού κόσμου και δείγμα του πολέμου που πραγματοποιείται στις μητροπόλεις του καπιταλισμού.
Οι Ρομά στην Ελλάδα, περίπου 300.000 σε όλη τη χώρα, είναι πολίτες γ΄ κατηγορίας. Μόνο όταν προκηρύσσονται εκλογές τούς επισκέπτονται οι υποψήφιοι των μεγάλων κομμάτων, αντιμετωπίζοντάς τους αποκλειστικά ως εκλογική πελατεία, δίνοντας υποσχέσεις και εξαγοράζοντας την ψήφο τους. Η ριζοσπαστική, αντικαπιταλιστική Αριστερά οφείλει να βρει διαύλους επικοινωνίας με αυτό το τμήμα του πληθυσμού, πράγμα βεβαίως πολύ δύσκολο αλλά όχι ακατόρθωτο, και να μιλήσει στο όνομα των αναγκών και των δικαιωμάτων τους. Εναλλακτική στέγαση, πρόσβαση σε υπηρεσίες ιατροφαρμακευτικής περίθαλψης και προληπτικής ιατρικής, βελτίωση των υπηρεσιών και δικτύων ύδρευσης και αποκομιδής απορριμμάτων στις γειτονιές τους, ισότιμη ένταξη και πρόσβαση στην εκπαίδευση, πανεπιστημιακή μόρφωση αλλά και ένταξη στην οικονομική ζωή με σταθερή επαγγελματική κατάρτιση, μόνιμη και σταθερή δουλειά για όλους. Η πρόσβαση σε βασικές κοινωνικές δομές θα δώσει τη δυνατότητα σε αυτούς τους ανθρώπους να ζούνε με αξιοπρέπεια.
Θρηνούμε ένα παιδί Δημοτικού που έχασε τη ζωή του από «αδέσποτη» σφαίρα σε σχολική γιορτή. Είναι ένα εξαιρετικά τραγικό γεγονός, δυστυχώς μη αναστρέψιμο. Για να μην θρηνούμε όμως επιπλέον τις εκατοντάδες των ζωντανών – παιδιών θυμάτων του πιο σφοδρού οικονομικού πολέμου, οφείλουμε να αγωνιστούμε συλλογικά ως άνθρωποι, ως εκπαιδευτικοί, ως το πιο ριζοσπαστικό και μαχόμενο μέρος της κοινωνίας για έναν κόσμο χωρίς ρατσισμό, αποκλεισμούς και ταξική εκμετάλλευση, απελευθερωμένο από την εξουσία του κεφαλαίου.
πηγή: selidodeiktis.edu.gr
Last modified: 30 Ιουνίου 2017