“Κοινωνική Συμμαχία” – η Συμμορία της Συναίνεσης
της Σοφίας Χατζοπούλου
Την τελευταία δεκαετία η λέξη “κρίση” εισέβαλε στο λεξιλόγιο όλων μας, από το 6χρονο πρωτάκι του δημοτικού μέχρι τον ανήμπορο υπέργηρο συνταξιούχο. Όλα πια αποδίδονται σε αυτήν, δίνοντας μια εύλογη απάντηση σε όλες τις εγγενείς αδικίες της αναδιανομής του πλούτου στις καπιταλιστικές κοινωνίες, μέσα από την αναμόχλευση και την εκμετάλλευση άλλοτε συναισθημάτων συν-ενοχής, κι άλλοτε παραίτησης μπροστά σε ένα σύστημα παγκοσμιοποιημένων, τεχνοκρατικών και γραφειοκρατικών μηχανισμών που φαντάζει παντοδύναμο.Η “κρίση” εμφανίστηκε ως νέμεση σε αμαρτίες του παρελθόντος, ως αναπόφευκτο επακόλουθο της αποτυχίας του παρεμβατικού, κοινωνικού, διεφθαρμένου κράτους και επεκτάθηκε γοργά σε όλα τα επίπεδα, από το οικονομικό στο κοινωνικό, αξιακό και ιδεολογικό, διαποτίζοντας τις συνειδήσεις κι αλλάζοντας αντιλήψεις και προοπτικές.
Μπροστά στον φόβο της ατέρμονης πτώσης και διάλυσης φαντάζουν ως μοναδική σανίδα σωτηρίας λύσεις παλινδρόμησης, νεοσυντηρητισμού, νεκραναστημέενα φαντάσματα του παρελθόντος, αποτυχημένα ίσως στο πέρασμα της ιστορίας αλλά γνωστά και γι αυτό ασφαλή.Στην πραγματικότητα όμως κι αυτή η ίδια η “κρίση” είναι γνωστή, αφού δεν είναι τίποτα άλλο από μια ακόμα κρίση του καπιταλισμού, αυτή τη φορά στα πλαίσια της παγκοσμιοποίησης και της ηγεμονίας της χρηματοπιστωτικής αγοράς.
Το τέρας πάλι πεινάει και πεινάει πολύ! Η “κρίση” αυτή είναι η ευκαιρία του να ανακάμψει πιο δυνατό από ποτέ εξαφανίζοντας κοινωνικές κατακτήσεις και ιδεολογίες του παρελθόντος που το βαραίνουν, αχαλίνωτο πια να γευτεί τις σάρκες του λαού.
Οι διεθνείς οργανισμοί, αυτοί οι αυτοδιοριζόμενοι μηχανισμοί διάσωσης από την “κρίση” επαναλαμβάνουν πια όλο και πιο συχνά ότι η “κρίση” αποτελεί μια “ευκαιρία” πορείας προς τα εμπρός, προς την ανάπτυξη χωρίς τις αγκυλώσεις του παρελθόντος, και προτρέπουν τη συνέχιση των προγραμμάτων και των “καινοτομιών” ακόμα κι όταν ξεπεραστεί η “κρίση”, για να είναι βιώσιμα τα οικονομικά και κοινωνικά συστήματα. Κάθε επιστροφή σε παλιούς τρόπους διαχείρισης θα είναι καταστροφική όπως τονίζει η τελευταία έκθεση του ΟΟΣΑ για την ελληνική οικονομία.Όλα αυτά τα χρόνια οι καπιταλιστές κι οι υποτελείς αξιωματούχοι τους έχουν επιδοθεί στη δημιουργία μια παράλληλης πραγματικότητας όπου όλα είναι ρευστά, από τις υλικές συνθήκες ύπαρξης μέχρι τις εννοιολογικές σημασίες των λέξεων.
Ένας αποτελεσματικός τρόπος αποψίλωσης δικαιωμάτων και κατακτήσεων και εγκαθίδρυσης της νέας ηγεμονικής ιδεολογίας είναι η αλλαγή του ίδιου του μέσου σημασιοδότησης των εννοιών, η ίδια η λέξη.Έτσι σε λιγότερο από μια δεκαετία έχουμε δει το Όχι να μετατρέπεται σε Ναι, την Τρόικα να μετονομάζεται σε Θεσμούς, προσδίδοντάς της την αίγλη της συνεργασίας,της αξιοπιστίας και της εποπτείας. Οι δανειστές έχουν γίνει πια εταίροι, κι η κάθε υποχώρηση μεταφράζεται σε “αμοιβαία επωφελή συμφωνία”, ενώ τα στρατόπεδα κράτησης προσφύγων είναι απλά “κλειστές δομές”.
Υπό την κάλυψη ενός “αριστερού”, φιλολαϊκού προφίλ η κυβέρνηση προωθεί πιστά τη νεοφιλελεύθερη πολιτική και ιδεολογία όπως αυτή έχει τεθεί στην υπηρεσία διάσωσης του κεφαλαίου.Η βιωσιμότητα της νεοφιλελευθεροποίησης της κοινωνίας θα βασιστεί κυρίως στη δημιουργία ενός νέου ηθικού και αξιακού κώδικα που θα απαλείφει και θα στρογγυλεύει, αποκρύπτοντας τις αντιφάσεις και τις συγκρούσεις, δημιουργώντας μια νέα πραγματικότητα.
Η επίθεση στο κοινωνικό κράτος και στην εργασία είναι ανηλεής παρά τον λεκτικό εξευγενισμό που ακολουθεί τις αντιδραστικές μεταρρυθμίσεις. Στην προσπάθεια της αγοράς για όλο και φθηνότερο εργατικό δυναμικό προτείνονται νέα πρότυπα εργαζομένων, δια βίου καταρτισμένων, ευέλικτων, συνεχώς μετακινούμενων ατόμων που ουσιαστικά θα προωθούν και θα διαχειρίζονται την εργατική τους δύναμη κι αξία σε μια ελεύθερη, αυτορυθμιζόμενη αγορά εργασίας….αυτό είναι το καπιταλιστικό αφήγημα, ουσιαστικά ένα παλιό, φτιασιδωμένο μύθευμα που προωθείται με μοντέρνους νεολογισμούς, όπως αυτόν της “ευελισφάλειας” (flexicurity) με βάση τον οποίο όσο πιο ευέλικτος είναι ο εργαζόμενος, τόσο πιο ασφαλής θα είναι σε ένα εργασιακό σύστημα, το οποίο δεν παρέχει καμία εργασιακή και κοινωνική ασφάλεια πια.
Το νέο αυτό μοντέλο του εργασιακού τυχοδιωκτισμού βασίζεται φυσικά σε αντιλήψεις άκρατου ατομικισμού στη διαπραγμάτευση και διεκδίκηση όρων εργασίας, ενώ καθετί συλλογικό παρουσιάζεται ως παρωχημένη τροχοπέδη στην ανάπτυξη του ατόμου και της οικονομίας. Το τελευταίο προπύργιο του εργαζόμενου, ο συνδικαλισμός δέχεται διαρκή επίθεση με την ανοχή και την σύμπραξη δυστυχώς του κυβερνητικού συνδικαλισμού.
Σε αυτή την κατεύθυνση βρίσκεται η τελευταία προσπάθεια μετονομασίας της απεργίας σε “δράση” από τον γραφειοκρατικό συνδικαλισμό σε συνεργασία με την κοινοβουλευτική ολιγαρχία.
Όπως μας πληροφορεί η ιστοσελίδα της “Πανεθνικής Ημέρας Δράσης” την 30η Μαΐου “οι αντιπροσωπευτικότεροι φορείς της κοινωνίας των πολιτών αναλαμβάνουμε ενιαία δράση και συγκροτούμε μια νέα, ευρεία κοινωνική συμμαχία.Όλοι μαζί, θέτουμε την πατρίδα μας στην πρώτη γραμμή με σκοπό την «παλινόρθωση» της ελληνικής κοινωνίας και οικονομίας. Αντιτασσόμαστε έμπρακτα στην πόλωση. Ενώνουμε δυνάμεις, ενεργούμε συλλογικά, αθροίζουμε εμπειρία και τεχνογνωσία.”
Το κείμενο αυτό δεν κρύβει τις ιδεολογικές του καταβολές όσο κι αν προσπαθεί να δημιουργήσει ένα αίσθημα κοινωνικής ευαισθησίας. Καταρχάς κάνει μνεία στο κατεξοχήν πολιτικό κατασκεύασμα του νεοφιλελευθερισμού που είναι η κοινωνία πολιτών, μια κοινωνία χωρίς πολώσεις και χωρίς συγκρούσεις, μια κοινωνία που δεν αποτελείται από τάξεις αλλά από άτομα που υποτίθεται ότι διαπραγματεύονται ελεύθερα κι ισότιμα και συνάπτουν συμμαχίες με βάση το κοινό συμφέρον τους.
Ένα τέτοιο κοινό συμφέρον υποτίθεται ότι κίνησε τους φορείς που εμπλέκονται σε αυτήν τη συμμαχία και συγκεκριμένα τους ΓΣΕΕ, ΑΔΕΔΥ, την Γενική Συνομοσπονδία Επαγγελματιών Βιοτεχνών κι Εμπόρων Ελλάδας, τον Δικηγορικό Σύλλογο, την Ελληνική Συνομοσπονδία Εμπορίου κι Επιχειρηματικότητας, το Τεχνικό Επιμελητήριο Ελλάδας, τον Φαρμακευτικό Σύλλογο, τον Ιατρικό Σύλλογο, το Οικονομικό Επιμελητήριο Ελλάδας, την Ανώτατη Γενική Συνομοσπονδία Συνταξιούχων Ελλάδας και την Εθνική Συνομοσπονδία Ατόμων με Αναπηρία. Η κοινωνική αυτή συμμαχία φαίνεται να έχει ορίζοντα χρόνου αν κρίνει κανείς από την επικοινωνιακή της πολιτική και τις εξαγγελίες της. Στόχος της με βάση τον προγραμματισμό στην ιστοσελίδα της είναι η “αντίδραση στις πολιτικές της λιτότητας, της ανεργίας και της υπερφορολόγησης” και η αντίδραση αυτή θα έχει ως κέντρο την ενότητα κι όχι την πόλωση. Τα μέσα δε γι αυτό τον σκοπό, όπως διαβάζουμε, θα ποικίλουν από τα παραδοσιακά μέσα των απεργιών και των συλλαλητηρίων μέχρι μοντέρνες μορφές αντίδρασης με διαδραστικά δρώμενα.
Κάπου εδώ οφείλουμε να σταθούμε και να θυμηθούμε κάποιες έννοιες βασικές όπως αυτή της απεργίας και συγκεκριμένα της γενικής απεργίας, μια που σε κάτι τέτοιο καλούν όλοι οι παραπάνω φορείς ενωμένοι. Ανοίγοντας ένα απλό λεξικό και χωρίς καμιά ιδεολογική στάση διαβάζουμε ότι η γενική απεργία είναι «η παύση της εργασίας από ένα σημαντικό ποσοστό εργαζομένων σε μια σειρά από κλάδους σε μια οργανωμένη προσπάθεια επίτευξης πολιτικών ή οικονομικών στόχων.”Η απεργία, επίσης είναι μια μορφή κοινωνικής σύγκρουσης. Ως σύγκρουση ορίζεται ο αγώνας, η μάχη και η πάλη, «δηλαδή μια φυσική αντιπαράθεση ανάμεσα σε δύο ή περισσότερα μέρη».
Το πρώτο ερώτημα που μας δημιουργείται είναι το εξής: αν όλοι αυτοί οιπροαναφερθέντες φορείς εργαζόμενων κι εργοδοτών είναι ενωμένοι σε μια δύναμη,ποιος θεωρείται ότι βρίσκεται στο άλλο άκρο της σύγκρουσης;
Επίσης αυτή η κοινωνική συμμαχία προϋποθέτει ότι όσοι παίρνουν μέρος έχουν κοινά συμφέροντα και με βάση αυτά αντιτίθενται σε εκείνους που τα καταπατούν.
Για να σκεφτούμε όμως λίγο.
Ποιο κοινό συμφέρον έχει ο έμπορος με τον υπάλληλό του που αναγκάζεται να εργάζεται Κυριακές; Και ποιο κοινό συμφέρον έχει ο επιχειρηματίας με την έγκυο γυναίκα που μόλις απέλυσε ή με τον 18χρονο μαθητή που εργάζεται αμισθί κάνοντας την μαθητεία του; Επίσης γιατί οι εργοδότες έμποροι κι επιχειρηματίες να θέλουν να καταπολεμήσουν την ανεργία, όταν αυτή τους βοηθά να κρατούν χαμηλά τους μισθούς και όποια απαίτηση των εργαζομένων από αυτούς;
Μήπως τελικά η προσπάθεια έγκειται στην αποσιώπηση όλων αυτών των διαφορών και συγκρούσεων, προτάσσοντας ως κοινό συμφέρον έναν κοινό τόπο που τελευταία χρησιμοποιείται όλο και συχνότερα, που δεν είναι άλλος από το έθνος;
Όσο κι αν προσπαθούν οι ΓΣΕΕ και η ΑΔΕΔΥ να το κρύψουν, είναι σαφές ότι στην εν λόγω μέρα δράσης το “πανεργατικό” έχει αντικατασταθεί από το “πανεθνικό” σε μια προσπάθεια ομογενοποίησης της κοινωνίας κι απόκρυψης των κοινωνικών, ταξικών διαφορών καθώς και της σύμπραξης της εγχώριας άρχουσας τάξης των καπιταλιστών με το παγκόσμιο κεφάλαιο και τις επιταγές του. Στα χρόνια της “κρίσης” αλλά και της προετοιμασίας για την “μεταμνημονιακή” εποχή προτείνεται στους εργαζόμενους ότι ο μοναδικός τρόπος επιβίωσης κι επιτυχίας είναι η συστράτευση για την προώθηση των συμφερόντων των εργοδοτών αφού , με βάση την άποψη αυτή, μόνο μέσω αυτών μπορούν να διασφαλιστούν έστω και στοιχειωδώς τα συμφέροντα των εργαζομένων. Η ιδέα που προβάλλεται είναι η δημιουργία μιας ισχυρής κι ανταγωνιστικής εθνικής οικονομίας, η οποία θα δώσει ψωμί σε όλους, άσχετα αν κάποιοι θα αρκεστούν σε ψίχουλα!
Η πραγματικότητα όμως πίσω από όλο αυτό το ιδεολόγημα γίνεται ακόμη πιο επικίνδυνη. Οδεύοντας προς το κλείσιμο μιας δεκαετίας “κρίσης” το κυρίαρχο πολιτικό κι οικονομικό σύστημα έρχεται να μαζέψει τους καρπούς που έσπειρε, εμπεδώνοντας την ιδεολογία του πάνω στον φόβο και την ανασφάλεια των προηγούμενων χρόνων. Η λεγόμενη “μεταμνημονιακή” εποχή ουσιαστικά θεσμοποιεί και νομιμοποιεί ένα διαρκές μνημόνιο σε πολιτικοοικονομικό και ιδεολογικό επίπεδο. “Αξιοποιεί τη κρίση” όπως τονίζει ο ΟΟΣΑ δημιουργώντας μια νέα κουλτούρα που εμπεδώνει όλα εκείνα που εφαρμόστηκαν για την υποτιθέμενη έξοδο από την “κρίση” και την απόλυτη ισχυροποίηση πια του κεφαλαίου.
Μέσα από αυτή την πανεθνική ημέρα δράσης και τις μελλοντικές δράσεις αυτού του κοινωνικού εταιρισμού δεν δέχονται επίθεση απλά και μόνο τα συμφέροντα της εργατικής τάξης, αλλά επιχειρείται η ακύρωση της ίδιας της ύπαρξής της μέσα από την εξομοίωση των συμφερόντων της με αυτά των εργοδοτών. Η τομή γίνεται ακόμα πιο αντιδραστική αφού μέσω αυτού του ταξικού χυλού ουσιαστικά επιχειρείται η ακύρωση της ίδιας της απεργίας ως έννοιας.
Μετά από τις αναρίθμητες προσπάθειες χτυπήματος του δικαιώματος της απεργίας με τελευταία την πρόταση για αλλαγή του συνδικαλιστικού νόμου με τις ευλογίες των διεθνών οργανισμών, το σύστημα τώρα έρχεται να παρέμβει στην ίδια την έννοια και τη μορφή αυτού του τελευταίου προπύργιου των εργαζομένων, αφαιρώντας από αυτόεντελώς το εγγενές συγκρουσιακό στοιχείο του και τελικά αποπολιτικοποιώντας τους κοινωνικούς αγώνες. Μέσα σ’ αυτό το νέο πρότυπο κοινωνικής ζωής έννοιες όπως σύγκρουση, πολιτική, συνδικαλισμός, απεργία έχουν μετατραπεί σε έννοιες-ταμπού αφού σε όλες τις εκφάνσεις τις κοινωνικής ζωής οι προσφιλείς όροι πια είναι αυτοί της διαπραγμάτευσης, της διαμεσολάβησης, και της διαχείρησης. Όλα αυτά τα “διά” για να επιτύχουν τελικά τη διάσπαση της εργατικής τάξης και την διάχυσή της μέσα σε σχήματα δήθεν ενωτικά που στόχο έχουν να διαλύσουν εκ των έσω κάθε αντίσταση στην προέλαση της νέας τάξης πραγμάτων.
Αρωγός σε αυτή τη πορεία ο κυβερνητικός συνδικαλισμός που περνά γρήγορα από το φλερτ με την εξουσία στον απόλυτο εναγκαλισμό της. Η αυθαίρετη σύναψη συμμαχίας με τους εργοδότες και με τις επιταγές των δανειστών διαρρηγνύει ακόμα περισσότερο τη σχέση της συνδικαλιστικής ηγεσίας με την εργατική βάση αναδεικνύοντας για άλλη μια φορά την παθογένεια που κρατά εγκλωβισμένο το εργατικό κίνημα σε μιαδιαδικασία διαπραγμάτευσης και ρεφορμισμού, από την οποία ο μόνος κερδισμένος τελικά είναι το κεφάλαιο, αφού μπορεί και περνά τις θέσεις του με ελάχιστες, για να μη πούμε, μηδαμινές πια παραχωρήσεις, χρησιμοποιώντας τους συνδικαλιστικούς μηχανισμούς ως ανάχωμα και τροχοπέδη στην κινηματική συσπείρωση κι αντίδραση των εργαζόμενων.
Παρόλα αυτά, η αντιδραστική αυτή κίνηση κεφαλαίου/συνδικαλιστών προσφέρει μια πολύτιμη ευκαιρία για το εργατικό κίνημα, να αποτινάξει τις όποιες αυταπάτες του και ανασυγκροτηθεί από τη βάση του, αυτή που πάντα το κρατούσε ζωντανό. Η παραίτηση και η ηττοπάθεια δίνουν ένα ακόμα πλεονέκτημα σε όλους αυτούς που θέλουν να βγάλουν από τη μέση τους ταξικούς αγώνες. Το εργατικό κίνημα πρέπει να παρέμβει δυναμικά κι ενιαία με σωματεία, συλλογικότητες και συντονισμούς απέναντι σε αυτή τη κοινωνική συμμαχία, δείχνοντας ξανά τον δρόμο για την ανατροπή της καπιταλιστικήςβαρβαρότητας.
Η απάντηση στην ανταπεργία της 30ης Μαΐου θα είναι μόνο η αρχή. Ο αγώνας πρέπειτώρα να συνεχιστεί παντού ενιαίος, μέσα από τη θεωρητική και οργανωτική θωράκιση του εργατικού κινήματος, για να πάρει πάλι τον πρωταγωνιστικό ρόλο που του ανήκει!
πηγή:https://selidodeiktis.edu.gr/
Last modified: 28 Μαΐου 2018