της Χρύσας Καραμήτρου, δασκάλας στο Δ.Σ. Χαλανδρίου
πηγή: selidodeiktis
Με αφορμή τη διεθνή ημέρα δράσης κατά του ρατσισμού, του φασισμού, του πολέμου και της φτώχειας στις 18 Μάρτη και την παγκόσμια ημέρα κατά του ρατσισμού στις 21 Μάρτη, παρουσιάζουμε το θεατρικό έργο για παιδιά «Ο Σαν Αλ Σουρ και η Κοκτώ Ντεκαοκτώ στο γεφυράκι της φιλίας» της δασκάλας Χρύσας Καραμήτρου. Στο θεατρικό κείμενο παρακολουθούμε την ιστορία ενός πρόσφυγα παπαγάλου και μιας ντόπιας, δυναμικής αλλά και κάπως περιθωριοποιημένης –λόγω της διαφορετικότητάς της- δεκαοχτούρας. Πρόκειται για μια ιστορία φιλίας, αλληλοσεβασμού, αποδοχής, αλληλεγγύης και αγώνα από κοινού για μια καλύτερη και δικαιότερη ζωή.
«Η ιστορία ενός πρόσφυγα παπαγάλου και μιας ντόπιας, δυναμικής και ξεχωριστής δεκαοχτούρας»
Η οικογένεια των παπαγάλων δεν κατοικούσε τα τελευταία χιλιάδες χρόνια στην Ευρώπη. Εδώ και αρκετά χρόνια όμως μερικά είδη εγκαταστάθηκαν τελικά στην ευρωπαϊκή ήπειρο και έχουν δημιουργήσει ολόκληρες αποικίες. Η πρώτη επίσημη αναφορά για την εμφάνιση του πράσινου παπαγάλου Δαχτυλιδολαίμη Ψιττακίσκου (Psittacula Krameri) σε άγρια κατάσταση στην Ελλάδα γίνεται το 1996. Πιθανολογείται ότι οι πρώτοι παπαγάλοι ήταν δραπέτες από κλουβιά, στο πλαίσιο του διεθνούς εμπορίου πουλιών. Ολόκληρα σμήνη πλέον παρατηρούνται σε ορισμένες περιοχές της χώρας, κυρίως αστικές. Στην Αττική ο πληθυσμός τους αριθμεί πάνω από 2000 μέλη και μπορεί να τους συναντήσει κανείς πλέον στα περισσότερα πάρκα και άλση.
Την άνοιξη του 2016 ένας τέτοιος παπαγάλος ήρθε έξω από το παράθυρο της τάξης μας, στο Πολύδροσο του Χαλανδρίου, κοντά στη Ρεματιά, και άρχισε να τρώει τους καρπούς μιας ελιάς. Τα παιδιά ενθουσιάστηκαν, όταν τον είδαν! Η επίσκεψη του παπαγάλου στάθηκε το ερέθισμα για να ξεκινήσει στην τάξη μια συζήτηση για τη βιοποικιλότητα στη φύση και για τα ενδημικά και μη ενδημικά είδη της ελληνικής πανίδας. Κατατάξαμε τον παπαγάλο μας στα μη ενδημικά είδη, ωστόσο η συζήτηση δεν έμεινε εκεί, καθώς έπρεπε να απαντηθούν ερωτήματα σχετικά με την προέλευσή του και τους λόγους, που βρέθηκε στην περιοχή μας. Η σύγκριση με τις ανθρώπινες κοινωνίες ήταν αναπόφευκτη. Πολιτισμική ποικιλότητα και ποικιλία των ανθρώπινων πολιτισμών. Τι σημαίνει ντόπιος, τι σημαίνει ξένος! Τι σημαίνει πρόσφυγας! Είμαστε ίδιοι ή διαφορετικοί; Τι χωρίζει τους ανθρώπους και τι τους ενώνει!
Όλη αυτή η συζήτηση με τους μαθητές και τις μαθήτριες αποτέλεσε τελικά το έναυσμα και ενέπνευσε τη συγγραφή ενός θεατρικού έργου, όπου παρουσιάζεται η ιστορία ενός πρόσφυγα παπαγάλου και μιας ντόπιας, δυναμικής αλλά και κάπως περιθωριοποιημένης –λόγω της διαφορετικότητάς της- δεκαοχτούρας. Αξίζει να σημειωθεί ότι η δεκαοχτούρα δεν του συμπαραστέκεται απλώς στις δυσκολίες, που συναντά στον ξένο τόπο, αλλά με την επιμονή της να τον υπερασπιστεί και να τον προστατέψει, αναδεικνύεται σε πρότυπο αγωνιστικής στάσης για χειραφέτηση από πολλών ειδών δεσμά. Αυτός ο ξένος τόπος, το πεδίο δράσης των χαρακτήρων και το σκηνικό, όπου εκτυλίσσεται η ιστορία μας, δεν είναι άλλος, παρά η πανέμορφη Ρεματιά στο Χαλάνδρι, όπου μπορεί κανείς πράγματι να συναντήσει τώρα πια μεγάλο αριθμό πράσινων παπαγάλων.
Οι δύο κεντρικοί ήρωες, ο παπαγάλος Σαν Αλ Σουρ και η δεκαοχτούρα Κοκτώ Ντεκαοκτώ, μαζί με όλους τους υπόλοιπους χαρακτήρες πήραν σάρκα και οστά και μας εξιστόρησαν τη ζωή τους στην κοινότητα της Ρεματιάς, σε μια υπέροχη θεατρική παράσταση, το καλοκαίρι του 2016, στο 9ο Δημοτικό Σχολείο Χαλανδρίου. Οι μαθητές και οι μαθήτριες της Β΄ τάξης παρουσίασαν μέσα σε κλίμα συγκίνησης μια ιστορία φιλίας, αλληλοσεβασμού, αποδοχής, αλληλεγγύης και αγώνα από κοινού για μια καλύτερη και δικαιότερη ζωή.
ΙΣΤΟΡΙΕΣ ΤΗΣ ΡΕΜΑΤΙΑΣ
ΙΣΤΟΡΙΕΣ ΤΟΥ ΚΟΣΜΟΥ ΟΛΟΥ
«Ο Σαν Αλ Σουρ και η Κοκτώ Ντεκαοκτώ στο γεφυράκι της φιλίας»
Θεατρικό για 35 παιδιά (ο αριθμός των χαρακτήρων μπορεί να αυξηθεί ή να μειωθεί ανάλογα με τον αριθμό των παιδιών)
Θέμα: Πρόσφυγες, Διαφορετικότητα, Φιλία, Αλληλεγγύη, Περιβάλλον, Βιοποικιλότητα
Τόπος: Ρεματιά Χαλανδρίου ή οποιαδήποτε Ρεματιά αυτού του υπέροχου κόσμου μας!
(Στη σκηνή ανεβαίνουν και παίρνουν θέσεις οι Αφηγητές/τριες – αηδόνια, ο παπαγάλος Σαν Αλ Σουρ, η δεκαοχτούρα Κοκτώ Ντεκαοκτώ και τα μέλη του Χορού. Μένουν ακίνητοι/ες. Τα υπόλοιπα παιδιά παίρνουν θέση χορωδίας κάτω από τη σκηνή και ετοιμάζονται για το πρώτο τραγούδι.)
Αφηγητής/τρια 1: Μια φορά κι έναν καιρό, κοντά σε μια μεγάλη πόλη, σε μια ωραία ρεματιά με πολλά δέντρα και φυτά και ένα ποταμάκι να κυλάει στη μέση, εμφανίστηκε ένας ξένος –που ακούστηκε;- ένας παπαγάλος!
Χορός: Ένας ξένος! Ήρθε για να μείνει! Ω, Τι συμφορά!
Ο/η Αφ. 1 ακουμπάει στον ώμο τον παπαγάλο για να μιλήσει.
Σαν Αλ Σουρ: Ήρθα από μακριά. Το δάσος μου καταστράφηκε και οι άνθρωποι με κυνηγάνε. Έπρεπε να φύγω. Ήθελα να ζήσω! Εσείς τι θα κάνατε στη θέση μου; (Τα μέλη του Χορού του γυρνάνε την πλάτη.)
Αφηγητής/τρια 2: Μια φορά κι έναν καιρό, κοντά σε μια μεγάλη πόλη, σε μια ωραία ρεματιά με πολλά δέντρα και φυτά και ένα ποταμάκι να κυλάει στη μέση, ζούσε μια δεκοχτούρα σαν ξένη -η καημένη. Ήθελε να φύγει κι ήταν πάντα θυμωμένη!
Χορός: Μια ντόπια! Θέλει να φύγει! Ω, τι συμφορά!
Ο/η Αφ. 2 ακουμπάει στον ώμο τη δεκαοχτούρα για να μιλήσει.
Κοκτώ Ντεκαοκτώ: Μια ζωή σ’ αυτή τη ρεματιά, τους βαρέθηκα όλους πια! Άκου εκεί Γκουγκούφτου! Κοκτώ είναι το όνομά μου, Κοκτώ από το Ντεκαοκτώ! Όμως, θα τα μαζέψω μια μέρα και θα εξαφανιστώ! Εσείς, δηλαδή, τι θα κάνατε στη θέση μου; (Τα μέλη του Χορού της γυρνάνε την πλάτη.)
(Μόνο ο Χορός κατεβαίνει από τη σκηνή και ενσωματώνεται στη χορωδία. Ο παπαγάλος, η δεκαοχτούρα και οι Αφηγητές/τριες – αηδόνια τραγουδούν επάνω στη σκηνή.)
Μουσική 1: «Φεύγω» (Ορφέας Περίδης)
(Όταν τελειώνει το τραγούδι, όλοι παίρνουν νέες θέσεις. Τα παιδιά της χορωδίας κάθονται κάτω μπροστά από τη σκηνή. Στη σκηνή ο παπαγάλος ξαπλώνει και κάνει πως κοιμάται. Η δεκαοχτούρα κρύβεται πίσω από τα σκηνικά. Στη σκηνή ανεβαίνουν τα γεράκια, ο Τσίφτης και το Ξεφτέρι.)
Αφ. 1: Ο παπαγάλος μετά από ένα κουραστικό ταξίδι έφτασε στη ρεματιά μας. Οι δυνάμεις του τον είχαν εγκαταλείψει και δεν μπορούσε άλλο πια να συνεχίσει. Αποκαμωμένος, αποκοιμήθηκε δίπλα από ένα γεφυράκι, κάτω από τη φυλλωσιά των δέντρων. Ξαφνικά, εμφανίζονται τα δύο αρπακτικά, το Ξεφτέρι και ο Τσίφτης.
Ξεφτέρι: Λοιπόν, Τσίφτη μου, έχω μια απορία.
Τσίφτης: Σε ακούω, μεγάλε!
Ξεφτέρι: Θέλω να μου πεις, αν ξέρεις να υπάρχει εδώ τριγύρω κανένας άλλος μάγκας και καραμπουζουκλής σαν κι εμάς.
Τσίφτης: Χα, χα, χα! Ας γελάσω, κολλητέ! Δε βλέπεις πως κρύβονται όλοι σαν κοτούλες, όταν μας βλέπουν;
Ξεφτέρι: Μ΄ αρέσεις! Κόλλα το, μεγάλε! (Κι εκεί που αλληλοπαινεύονται βλέπουν τον παπαγάλο.) Κάτσε – κάτσε, περίμενε λίγο. Τι είναι αυτή η πράσινη μπάλα με τη μακριά ουρά; (Τρίβει τα μάτια του ξαφνιασμένος. Και οι δύο περιτριγυρίζουν τον παπαγάλο και τον ξυπνάνε με άγριο τρόπο.)
Τσίφτης: Ει, εσύ! Ποιος είσαι του λόγου σου;
Σαν Αλ Σουρ: (Ο παπαγάλος ξυπνάει τρομαγμένος και σηκώνεται.) Είμαι ο Σαν αλ Σουρ και έρχομαι από την Ασία. Σας παρακαλώ, χρειάζομαι βοήθεια!
Ξεφτέρι: Ο ποιος; Άκου να δεις, ξένε! Εδώ δεν μας αρέσουν κάτι τύποι σαν κι εσένα. Εμπρός, λοιπόν, φύγε και γρήγορα μάλιστα, πριν δοκιμάσεις την οργή μας!
(Εκείνη τη στιγμή εμφανίζεται η δεκαοχτούρα.)
Κοκτώ Ντεκαοκτώ: Εξαφανιστείτε από μπροστά μου, ψευτόμαγκες! Τα βάλατε με τον αδύναμο, αλλά οι φοβέρες σας δεν θα περάσουν!
Ξεφτέρι: Μάζεψε τη γλώσσα σου, γιατί σε βλέπω γρήγορα να γίνεσαι ο μεσημεριανός μου μεζές!
(Στη σκηνή ανεβαίνουν η δικαστής Κουκουβάγια, ο Γκιώνης και η Τυτώ.)
Αφ.2: Εκείνη τη στιγμή εμφανίζεται η δικαστής Κουκουβάγια μαζί με τον εισαγγελέα Γκιώνη και την αστυνόμο Τυτώ, δηλαδή οι επίσημες αρχές της Ρεματιάς.
Κουκουβάγια: Τι συμβαίνει εδώ; Ξεφτέρι και Τσίφτη σταματήστε επιτέλους! Δημιουργείτε διαρκώς φασαρίες! Θα σας δώσω άλλη μια ευκαιρία, αλλά θα είναι η τελευταία!
Κοκτώ Ντεκαοκτώ: Αξιότιμη Κουκουβάγια, είσαι μόνο λόγια! Δεν βλέπεις ότι μας τρομοκρατούν συνέχεια;
Γκιώνης: Σιωπή αναιδεστάτη! Δεν ξέρεις σε ποια μιλάς;
Τυτώ: Γνωρίζεις, χρυσή μου, τι σημαίνει εξύβριση της αρχής;
(Εκείνη τη στιγμή επεμβαίνει ο παπαγάλος.)
Σαν Αλ Σουρ: Μια στιγμή! Η δεκαοχτούρα προσπάθησε να υπερασπιστεί εμένα. Δεν φταίει για τη φασαρία που έγινε.
Κουκουβάγια: Κι εσύ ποιος είσαι; Μα, είσαι ένας παπαγάλος! Τι δουλειά έχει εδώ ένας παπαγάλος; Τυτώ, πάρε αμέσως τα στοιχεία του ξένου.
Τυτώ: Μάλιστα, αξιότιμη! Όνομα.
Σαν Αλ Σουρ: Σαν αλ Σουρ.
Τυτώ: Τόπος καταγωγής.
Σαν Αλ Σουρ: Τροπικό δάσος, Νότια Ασία.
Γκιώνης: Λοιπόν, ξένε, γιατί βρίσκεσαι εδώ;
Σαν Αλ Σουρ: Το δάσος μου καταστράφηκε. Το έκαψαν οι άνθρωποι, για να εκμεταλλευτούν τη γη. Ό,τι δέντρο απέμεινε το έκοψαν για ξυλεία. Δεν είχαμε πια που να μείνουμε. Τελικά, από την οικογένειά μου μόνο εγώ γλίτωσα από την αιχμαλωσία. Και έπειτα ήρθε και ο πόλεμος … Πυροβολισμοί, καταστροφή, δυστυχία!
Γκιώνης: Καλά, καλά! Αυτά που λες δεν βλέπω να αφορούν εμάς. Είναι –ας πούμε- μακρινά και περιττά. Ποιο είναι το αίτημά σου;
Σαν Αλ Σουρ: Ταξίδεψα χιλιάδες μίλια. Η ζωή μου κινδύνεψε πολλές φορές. Θέλω να με αφήσετε να ζήσω μαζί σας. Η ρεματιά σας μου φαίνεται ασφαλής. Δώστε μου μια ευκαιρία να ξαναρχίσω τη ζωή μου εδώ.
Κουκουβάγια: Τι ξέρεις να κάνεις; Πώς μπορείς να φανείς χρήσιμος στην κοινότητα της Ρεματιάς;
Σαν Αλ Σουρ: Ξέρετε, έχω σπουδάσει διερμηνέας. Μπορώ πολύ εύκολα να μαθαίνω ξένες γλώσσες. Μπορώ λοιπόν να σας βοηθήσω στις συνεννοήσεις σας με τον έξω κόσμο.
Κουκουβάγια: Διερμηνέας! Δεν ήξερα ότι στην Ασία έχετε και πανεπιστήμια! Τέλος πάντων! Είσαι ελεύθερος με περιοριστικούς όρους μέχρι να δούμε τι θα γίνει με το αίτημά σου. Τυτώ, οδήγησέ τον μακριά από την Κοινότητα, στον πιο ψηλό ευκάλυπτό μας.
Τυτώ: Μάλιστα, αξιότιμη!
(Η Τυτώ πιάνει τον παπαγάλο και τον μεταφέρει λίγο πιο πίσω στη σκηνή. Ο Γκιώνης τους ακολουθεί.)
Κοκτώ Ντεκαοκτώ: Μπράβο σας! Να χαρώ εγώ φιλοξενία! Ο πολιτισμός της Ρεματιάς σε όλο της το μεγαλείο! Πάλι με έκαναν να θυμώσω!
(Μένουν όλοι/ες στη σκηνή, για να χορέψουν μαζί με τον παπαγάλο το τραγούδι που θα ακουστεί.)
Μουσική 2: «Το παράπονο του ξενιτεμένου (Σαν απόκληρος γυρίζω)» (Βασίλης Τσιτσάνης)
(Κατεβαίνουν από τη σκηνή η Κουκουβάγια, ο Γκιώνης και η Τυτώ και ανεβαίνουν τα μέλη του Χορού τα οποία αρχικά παρακολουθούν τη συζήτηση μεταξύ του παπαγάλου και της δεκαοχτούρας και στη συνέχεια παρεμβαίνουν.)
Αφ. 1: Έτσι περνούσαν οι μέρες και οι νύχτες. Ο παπαγάλος κούρνιαζε μόνος στον πιο ψηλό ευκάλυπτο της Ρεματιάς. Την ημέρα απομακρυνόταν μόνο για να βρει κάτι να φάει. Ευτυχώς, υπήρχαν πολλές λιχουδιές τριγύρω: ελιές, κυπαρισσόμηλα, μούρα, χουρμάδες, φιστίκια, και διάφοροι άλλοι καρποί και φρούτα.
Αφ. 2: Είχε μπει για τα καλά το καλοκαιράκι και ο ήλιος έλαμπε. Οι ορχιδέες, οι ανεμώνες και τα κυκλάμινα, αλλά και οι ανθισμένες άκανθοι της Ρεματιάς, όλα αυτά τα χρώματα και οι μυρωδιές – κατά κάποιο τρόπο- του θύμιζαν το σπίτι του. Ώσπου, μια μέρα τον επισκέφτηκε η δεκαοχτούρα!
Σαν Αλ Σουρ: Κοκτώ, τι ευχάριστη έκπληξη!
Κοκτώ Ντεκαοκτώ: Γεια σου, Σαν Αλ Σουρ! Ήρθα να σου ανακοινώσω ότι από σήμερα θα μείνω εδώ επάνω μαζί σου, επειδή εκεί κάτω είναι όλοι τους δειλοί και υποκριτές.
Σαν Αλ Σουρ: Μα γιατί είσαι τόσο θυμωμένη μαζί τους;
Κοκτώ Ντεκαοκτώ: Πρώτα – πρώτα κάποιοι μιλάνε άσχημα για σένα. Και επειδή σε υπερασπίζομαι μου είπαν να έρθω και να μείνω μαζί σου. Άκου και τι άλλο μου είπαν! Ότι μοιάζουμε πολύ με αυτά τα δαχτυλίδια που έχουμε στον λαιμό μας. Κι εγώ τους είπα ότι καλύτερα να έχω κάτι κοινό με σένα παρά με εκείνους.
Σαν Αλ Σουρ: Κι όμως, όλοι μοιάζουμε μεταξύ μας, αλλά είμαστε ταυτόχρονα μοναδικοί και ξεχωριστοί.
Κοκτώ Ντεκαοκτώ: Κοίτα! Λένε πολλά και για μένα. Λένε ότι τρώω βρωμιές, ενώ έχω δηλώσει άπειρες φορές ότι τρώω μόνο καρπούς και φρούτα. Λένε ότι κουβαλάω αρρώστιες και δεν με πολυπλησιάζουν. Εξάλλου, με συγκρίνουν με την ξαδέλφη μου, την Πέρη, το περιστέρι. Η Πέρη έτσι, η Πέρη αλλιώς, η Πέρη είναι έξυπνη, η Πέρη είναι άξια! Ενώ εγώ είμαι μια κοινή δεκαοχτούρα, ανάξια για οτιδήποτε σημαντικό!
Σαν Αλ Σουρ: Κοκτώ, δεν είσαι μια κοινή δεκαοχτούρα. Είσαι μια γενναία δεκαοχτούρα. Θυμάσαι πώς με υπερασπίστηκες σε εκείνους τους νταήδες; Και επιπλέον, είσαι τόσο συμπονετική! Πραγματικά, έχεις πολύ μεγάλη καρδιά!
Κοκτώ Ντεκαοκτώ: Αλήθεια λες; Τώρα θα με κάνεις να πετάξω … από τη χαρά μου! Όμως στάσου! Με φωνάζουν διαρκώς και με αυτό το απαίσιο όνομα, που μου φόρτωσαν οι άνθρωποι. Γκουγκούφτου, Γκουγκούφτου! Λες και είμαι καμιά χωριάτισσα κι όλο με κοροϊδεύουν. Κι όλο λένε ότι είμαι γκρινιάρα και παραπονιάρα και όλο κλαίω και θρηνώ!
Σαν Αλ Σουρ: (Απευθύνεται στα μέλη του Χορού.) Εσείς, τι λέτε για όλα αυτά;
(Τα μέλη του Χορού παρεμβαίνουν στη συζήτηση.)
Χορός 1: Κοκτώ, γιατί στεναχωριέσαι, όταν σε αποκαλούν Γκουγκούφτου; Οι απλοί άνθρωποι του χωριού, που σου έδωσαν αυτό το όνομα, ίσως να ξέρουν καλύτερα.Αγάπα τον εαυτό σου!
Σαν Αλ Σουρ και Χορός: Αγάπα τον εαυτό σου!
Χορός 2: Κοκτώ, μην υποτιμάς τον εαυτό σου. Το τι λένε οι άλλοι για σένα εξαρτάται πολύ από αυτό που εσύ πιστεύεις για τον εαυτό σου και τους επιτρέπεις να λένε.Πίστευε στον εαυτό σου!
Σαν Αλ Σουρ και Χορός: Πίστευε στον εαυτό σου!
Χορός 3: Και δεν είσαι γκρινιάρα! Εσύ μπορείς και καταλαβαίνεις ό,τι δεν είναι καλό και σωστό και θέλεις να το αλλάξεις. Κι αν πληγώνεσαι είναι γιατί –απλά- είσαιευαίσθητη!
Σαν Αλ Σουρ και Χορός: Ευαίσθητη, ευαίσθητη!
Χορός 4: Κοκτώ, χρειάζονται λίγο χρόνο για να γνωρίσουν και να συνηθίσουν τον παπαγάλο. Όσο για σένα, πρέπει να τους εξηγήσεις πώς νιώθεις πραγματικά και θα καταλάβουν. Κατά βάθος δεν είναι κακοί!
Σαν Αλ Σουρ και Χορός: Δεν είναι κακοί!
Χορός 5: Μην κάνεις πίσω, Κοκτώ! Μην το βάλεις στα πόδια σαν κυνηγημένη. Απόδειξέ τους ότι κάνουν λάθος και για τον παπαγάλο και για σένα. Ψηλά το κεφάλι, Κοκτώ!
Σαν Αλ Σουρ και Χορός: Ψηλά το κεφάλι, Κοκτώ!
Κοκτώ Ντεκαοκτώ: Τα πιστεύετε όλα αυτά που μου λέτε;
Σαν Αλ Σουρ και Χορός: Τα πιστεύουμε! Τα πιστεύουμε!
(Μένουν όλοι/ες στη σκηνή, για να χορέψουν μαζί με τη δεκαοχτούρα το τραγούδι που θα ακουστεί.)
Μουσική 3: «Πού να βρω γυναίκα να σου μοιάζει» (Κ. Κοφινιώτης- Α. Διαμαντίδης)
(Στη σκηνή μένουν μόνο οι δύο Αφηγητές/τριες – αηδόνια. Ο παπαγάλος, η δεκαοχτούρα και τα μέλη του Χορού κατεβαίνουν και ανεβαίνει η Συνέλευση των Ζώων, δηλαδή όλα τα ζώα καθώς και η Κουκουβάγια, ο Γκιώνης και η Τυτώ. Τα ζώα μοιράζονται σε δύο ομάδες –δεξιά και αριστερά στη σκηνή- και κάθονται κάτω. Η Κουκουβάγια, ο Γκιώνης και η Τυτώ παίρνουν τις θέσεις τους στο κέντρο της σκηνής και κάθονται σε καρέκλες – θρόνους. Τα μέλη του Χορού θα επανέλθουν στο τέλος ως Πελαργοί.)
Αφ. 1: Ένα γλυκό, καλοκαιρινό απογευματάκι οι κάτοικοι της Ρεματιάς αποφάσισαν να συναντηθούν σε ένα ξέφωτο και να συζητήσουν το αίτημα του ξένου παπαγάλου, αλλά και τη συμπεριφορά της ντόπιας δεκαοχτούρας.
Αφ. 2: Μέρες τώρα τους απασχολούσαν τα δύο αυτά θέματα. Η κοινότητα της Ρεματιάς ήταν διχασμένη! Όρισαν τη συνάντησή τους το απόγευμα για να μπορούν να συμμετάσχουν στη γενική συνέλευση και τα ζώα της ημέρας και τα ζώα της νύχτας.
Κουκουβάγια: Αρχίζει η συνεδρίαση! Δύο είναι τα θέματα που πρέπει να συζητήσουμε: 1ον Έχουμε έναν ξένο που ζητάει να τον δεχτούμε στην Κοινότητά μας και να μείνει μαζί μας. 2ον Έχουμε μια ντόπια που μας απορρίπτει και μας απειλεί ότι θα φύγει. Πείτε ό,τι είναι να πείτε -και γρήγορα μάλιστα- και μετά προχωράμε στο δημοψήφισμα. Το ερώτημα είναι: Θα δεχτούμε το αίτημα του παπαγάλου και θα ανεχτούμε τη συμπεριφορά της δεκαοχτούρας; Ναι ή Όχι;
Γκιώνης και Τυτώ (μαζί): Ναι ή Όχι;
Καρακάξα: Ως εδώ, Κουκουβάγια! Μια ζωή η ίδια ιστορία! Εμείς νομίζουμε ότι συζητάμε και εσύ παρουσιάζεις τις δικές σου αποφάσεις σαν να είναι δικές μας. Ξέρεις πώς λέγεται αυτό; Παρωδία, φάρσα, υποκρισία! Οι κάτοικοι της Ρεματιάς πρέπει να συζητήσουν ουσιαστικά και να αποφασίσουν υπεύθυνα για τον παπαγάλο και τη δεκαοχτούρα. Τι να πεις στα γρήγορα για έναν πρόσφυγα, για κάποιον που προσφεύγει σε εμάς και ζητάει τη βοήθειά μας, για να ξαναρχίσει τη ζωή του μαζί μας; Τι να πεις στα γρήγορα για ένα δικό μας μέλος, για κάποια που μας αποφεύγει, αφού εμείς την κάναμε να νιώθει τόσο αποξενωμένη και αποδιωγμένη; Τώρα θα δεις πως πραγματικά συζητούν και αποφασίζουν συλλογικά οι ομάδες. Αρχίζει η συνεδρίαση!
(Η Κουκουβάγια αποχωρεί συγχυσμένη στο βάθος της σκηνής. Ο Γκιώνης και η Τυτώ παραμένουν και σηκώνονται εναλλάξ για να οργανώσουν τη συζήτηση, δίνοντας τον λόγο διαδοχικά σε όλα τα ζώα, τα οποία τοποθετούνται και συζητούν αντικριστά σε μια «σκυταλοδρομία» κατάθεσης απόψεων.)
Γκιώνης: Να μιλήσει το Αγριοκούνελο.
Αγριοκούνελο: Λοιπόν, να αρχίσω εγώ! Ο παπαγάλος και η δεκαοχτούρα είναι τόσες μέρες εκεί επάνω στον ευκάλυπτο και περιμένουν να συζητήσουμε για το θέμα τους. Ειλικρινά, αν ήμουν εγώ στη θέση τους θα είχα φύγει. Κι όχι γιατί είμαι φοβητσιάρης, όπως λέτε, αλλά γιατί υπάρχουν κανόνες για αυτούς που η ζωή τους βρίσκεται σε κίνδυνο –όπως η ζωή του παπαγάλου- κι εμείς τους έχουμε γράψει στα παλιά μας τα παπούτσια. Αδιαφορούμε επίσης και για την πληγωμένη δεκαοχτούρα μας, αν και εμείς φταίμε για την πονεμένη καρδιά της.
Τυτώ: Να μιλήσει ο Κότσυφας.
(Το Αγριοκούνελο δεν κάθεται, αλλά ακούει τον Κότσυφα που σηκώνεται για να του απαντήσει.)
Κότσυφας: Τι θέλεις να πεις; Δεν φτάνει που παραχωρήσαμε στον παπαγάλο λίγο χώρο στον τόπο μας; Κι αυτή η δεκαοχτούρα όλο γκρίνια και παράπονα είναι. Εγώ είμαι καλλιτέχνης. Είμαι τραγουδοποιός και αυτή τη στιγμή δεν βρίσκω δουλειά. Δεν μπορώ να προσθέσω και άλλο πρόβλημα στη ζωή μου.
Γκιώνης: Να μιλήσει η Αλεπού.
(Το Αγριοκούνελο κάθεται και σηκώνεται η Αλεπού.)
Αλεπού: Άκου, Κοτσυφάκο! Για καλλιτέχνη σε περίμενα πιο ευαίσθητο! Εγώ, τον καταλαβαίνω τον παπαγάλο. Ένιωσε παγιδευμένος και έπρεπε να φύγει. Το ίδιο παγιδευμένη νιώθει και η δεκοχτούρα. Έτσι νιώθω κι εγώ τώρα που οι άνθρωποι έφτιαξαν αυτόν τον μεγάλο αυτοκινητόδρομο και μου έκοψαν τον δικό μου δρόμο για το βουνό. Έχουν όλα τα δίκια του κόσμου και πρέπει να συμπαρασταθούμε και στον παπαγάλο και στη δεκαοχτούρα.
Τυτώ: Να μιλήσει η Κοτσυφίνα.
(Ο Κότσυφας κάθεται και σηκώνεται η Κοτσυφίνα.)
Κοτσυφίνα: Κυρία Αλεπού, είμαστε ευαίσθητοι αλλά έχουμε και παιδιά. Πού να ξέρω εγώ, από πού κρατάει η σκούφια του παπαγάλου και τι προθέσεις έχει. Ποιος ξέρει τι να περιμένει από κάποιον που είναι πράσινος, με γαλάζια ουρά, κι ένα δαχτυλίδι γύρω από τον λαιμό του! Το ίδιο με φοβίζει κι αυτή η δεκαοχτούρα με τις φασαρίες που διαρκώς δημιουργεί.
Γκιώνης: Να μιλήσει η Νυχτερίδα.
(Η Αλεπού κάθεται και σηκώνεται η νυχτερίδα.)
Νυχτερίδα: Κυρία Κοτσυφίνα μου, είστε καλή αλλά λίγο συντηρητικούλα! Αν σας ενοχλεί αυτός ο γαλαζοπράσινος, φαντάζομαι τι θα λέτε για εμένα τη μαύρη! Είμαι τόσο παρεξηγημένη! Όσο είναι και η δεκαοχτούρα. Και ούτε έχετε εκτιμήσει την προσφορά μου στην Κοινότητα. Έχω φάει εγώ μολυσμένο κουνούπι στη ζωή μου! Αν δεν ήμουν εγώ, τώρα όλοι θα είχατε αρρωστήσει ή από τα κουνούπια ή από τα χημικά που θα σας ψέκαζαν οι άνθρωποι, για να εξολοθρεύσουν τα κουνούπια.
Τυτώ: Να μιλήσει το Νερόφιδο.
(Η Κοτσυφίνα κάθεται και σηκώνεται το Νερόφιδο.)
Νερόφιδο: Γεια στο στόμα σου, φίλε μου! Ο άλλος παρεξηγημένος της παρέας είμαι εγώ. Δεν καταλαβαίνω, γιατί όλοι με κοιτάτε με μισό μάτι. Αφού όλοι ξέρετε ότι δαγκώνω μόνο όταν με πιάνει πανικός, επειδή πραγματικά κινδυνεύω. Είμαι ένας φοβισμένος, μικρούλης ερπετούλης και εσείς με αντιμετωπίζετε σαν προϊστορικό τέρας. Έλεος! Και υποφέρω παραπάνω από τον καθένα σας και για έναν ακόμη λόγο. Για σκεφτείτε, όταν βρωμίζουν τα νερά της Ρεματιάς μας, ποιος τα λούζεται πρώτος… ε …ποιος;
(Η Νυχτερίδα και το Νερόφιδο κάθονται.)
Μουσική 4: «Εγώ κι εσύ μαζί» (Τζίμης Πανούσης – Αλκίνοος Ιωαννίδης)
(Όλα τα ζώα τραγουδούν και τρία ζευγάρια παιδιών χορεύουν βαλσάκι. Το ένα ζευγάρι μπορεί να είναι ο παπαγάλος και η δεκαοχτούρα, που ανεβαίνουν εκείνη τη στιγμή στη σκηνή και ξανακατεβαίνουν, όταν τελειώσει το τραγούδι.)
Γκιώνης: Να μιλήσει ο Σκαντζόχοιρος.
(Το Νερόφιδο επιστρέφει στη θέση συζήτησης αμέσως μετά το τραγούδι. Σηκώνεται ο Σκαντζόχοιρος.)
Σκαντζόχοιρος: Ψυχραιμία, παιδιά! Οι άνθρωποι μάς έχουν αποκλείσει εδώ και πρέπει να μάθουμε να συνεργαζόμαστε και όχι να φαγωνόμαστε μεταξύ μας. Προσέξτε! Αν δεν δείξουμε σεβασμό ο ένας στον άλλο, δεν έχουμε πολλές ελπίδες να επιβιώσουμε. Αλλά, ας μην ξεφεύγουμε από το θέμα μας. Το θέμα μας είναι ο παπαγάλος και η δεκαοχτούρα!
Τυτώ: Να μιλήσει η Σκαντζοχοιρίνα.
(Το Νερόφιδο κάθεται. Σηκώνεται η Σκαντζοχοιρίνα.)
Σκαντζοχοιρίνα: Αγαπητέ μου, νομίζω ότι δεν έχουμε βγει εκτός θέματος! Σκέψου, ότι ο παπαγάλος και η δεκαοχτούρα μάς έδωσαν την ευκαιρία να συζητήσουμε μεταξύ μας για θέματα, που νομίζαμε ότι τα είχαμε λυμένα. Όσο ξένος είναι ο παπαγάλος άλλο τόσο ξένοι είμαστε κι εμείς μεταξύ μας, επειδή κάνουμε και λέμε πράγματα που πληγώνουν τους άλλους. Επιπλέον, μιλάμε όλοι για τον εαυτό μας και έχουμε ξεχάσει εντελώς πως συμπεριφερόμασταν στη μικρή δεκαοχτούρα μέχρι τώρα.
Γκιώνης: Να μιλήσει ο ένας Φρύνος.
(Κάθεται ο Σκαντζόχοιρος και σηκώνεται ο Φρύνος 1.)
Φρύνος 1: Ε, να μιλήσω κι εγώ. Λοιπόν, μέχρι τώρα τα έπαιρνα όλα στην πλάκα! Και για τη δεκαοχτούρα, αν είχα πει κάτι, πάλι πλάκα έκανα! Ξέρετε, γενικώς δεν με απασχολεί τίποτα. Δώστε μου, μια ξαπλώστρα δίπλα στη δροσερή ρεματιά και τι άλλο στον κόσμο! Να αράζω και να κοάζω!
Τυτώ: Να μιλήσει ο άλλος Φρύνος.
(Κάθεται η Σκαντζοχοιρίνα και σηκώνεται ο Φρύνος 2.)
Φρύνος 2: Ναι, ναι, κι εγώ το ίδιο. Να καλοπερνάμε και να βουτάμε στην πισίνα μας. Και ο μήνας έχει εννιά! Η αλήθεια είναι ότι μας βρίσκετε λίγο απροετοίμαστους για σοβαρές συζητήσεις.
Γκιώνης: Να μιλήσει η Μέλισσα.
(Κάθεται ο Φρύνος 1 και σηκώνεται η Μέλισσα.)
Μέλισσα: Πάντως, το Σ.Ε.ΜΕΛΙ., δηλαδή το Σωματείο των Εργατριών Μελισσών, έχει εκφράσει ήδη τη συμπαράστασή του στον ξένο, που κινδυνεύει, αλλά και στην αγωνίστρια του τόπου μας, τη δεκαοχτούρα. Καταθέτουμε ξανά την άποψή μας στη σημερινή γενική συνέλευση: «Άλλος είναι ο κακός και όχι ο ξένος, ο φτωχός! Κοκτώ, αγωνίσου κι οι μέλισσες μαζί σου!».
Τυτώ: Να μιλήσει η μια πεταλούδα.
(Κάθεται ο Φρύνος 2 και σηκώνεται η Πεταλούδα 1.)
Πεταλούδα 1: Και το ΣΩ.Κ., το Σωματείο των Καλλιτεχνών συμφωνεί απόλυτα με τις Μέλισσες. Και καλά θα κάνει ο τραγουδοποιός Κότσυφας να γραφτεί στο Σωματείο -και σύντομα μάλιστα- αν θέλει να δει καμιά άσπρη μέρα. Ένας για όλους και όλοι για έναν!
Γκιώνης: Να μιλήσει η άλλη πεταλούδα.
(Κάθεται η Μέλισσα και σηκώνεται η Πεταλούδα 2.)
Πεταλούδα 2: Η δύναμή μας βρίσκεται στον σεβασμό, την αποδοχή και τη συνεργασία. Η δεκαοχτούρα και ο παπαγάλος πρέπει να ζήσουν μαζί μας.
Τυτώ: Να μιλήσει το Παγόνι.
(Κάθεται η Πεταλούδα 1 και σηκώνεται το Παγόνι.)
Παγόνι: Τυχαία περνούσα και σας άκουσα να φωνασκείτε, φτωχούληδες! Η καταγωγή μου δεν μου επιτρέπει να συναναστρέφομαι μαζί σας. Ωστόσο, ας πω κι εγώ μια γνώμη! Για τη δεκαοχτούρα δεν μου καίγεται καρφί! Ας κάνει ότι νομίζει! Όσο για αυτόν τον παπαγάλο, αν τον κρατήσετε, πού θα τον βάλετε να μείνει; Σας παραχωρώ λοιπόν εγώ, για ένα διάστημα, ένα κομματάκι από την τεράστια έκταση, που μου ανήκει, για να μείνει εκεί. Όμως με δύο όρους: Πρώτον, θα βάλετε εσείς όλα τα χρήματα, για να μου φτιάξετε το οικοπεδάκι. Δεύτερον, θα γραφτεί το όνομά μου με χρυσά γράμματα και θα μείνει για πάντα χαραγμένο στο Μεγάλο Βιβλίο της Ρεματιάς. Τιμή στο Παγόνι, τον Μέγα Ευεργέτη της Ρεματιάς!
Γκιώνης: Να μιλήσει ο Μπάμπουρας.
(Κάθεται η Πεταλούδα 2 και σηκώνεται ο Μπάμπουρας.)
Μπάμπουρας: Φτάνει πια, Παγόνι! Λοιπόν, χώνεψέ το καλά. Η Ρεματιά ανήκει σε όλους μας. Και επειδή εμένα δε μου αρέσει να λέω πολλά, θα εξηγηθώ σύντομα! Ο παπαγάλος ήρθε και θα μείνει! Το ίδιο και η δεκαοχτούρα. Αυτό μας έλειπε τώρα, να αρχίσουμε να χάνουμε και τη νεολαία μας! Τέλος!
Τυτώ: Να μιλήσει η Λιβελούλα.
(Κάθεται το Παγόνι και σηκώνεται η Λιβελούλα.)
Λιβελούλα: Όπως όλοι και όλες γνωρίζετε πάρα πολύ καλά, είμαι είδος προς εξαφάνιση. Δεν θέλω να σας απογοητεύσω, αλλά ανησυχώ μόνο για το δικό μου μέλλον. Δεν μπορώ να σκέφτομαι και το μέλλον κάποιου άλλου, πόσο μάλλον ενός ξένου. Όσο για τη δεκαοχτούρα, ας πάρει τις αποφάσεις της –με ποιον θα πάει και ποιον θα αφήσει.
(Η Λιβελούλα και ο Μπάμπουρας κάθονται.)
Μουσική 5: «Μάνα Γη» ή «Η φωτεινή πλευρά της ζωής» ή «Φτιάξε καρδιά μου το δικό σου παραμύθι» κλπ.
*( Η Μουσική 4 και η Μουσική 5 παρεμβάλλονται και συνδράμουν, για να μειώσουν τη μονοτονία των διαρκών τοποθετήσεων αλλά ταυτόχρονα λειτουργούν και εμφατικά σε αυτές.)*
(Σηκώνονται όλοι όρθιοι, πιάνουν τα χέρια και τραγουδούν τρεις-τέσσερις φορές μόνο το ρεφραίν του τραγουδιού που έχει επιλεγεί.)
Γκιώνης: Να μιλήσει το Σκιουράκι.
(Η Λιβελούλα επιστρέφει στη θέση συζήτησης αμέσως μετά το τραγούδι. Σηκώνεται το Σκιουράκι.)
Σκιουράκι: Όσοι φοβάστε ή σκέφτεστε μόνο τον εαυτό σας, ρωτήστε κι εμένα. Δραπέτευσα κι εγώ, για να γλιτώσω από την αιχμαλωσία. Θυμάστε που με έπιασαν και με έκλεισαν σε ένα κλουβί, για να με πουλήσουν σαν κατοικίδιο; Από κάτι τέτοιο και ίσως και χειρότερο έτρεξε να ξεφύγει ο παπαγάλος. Ευτυχώς, που ξέχασαν μια μέρα ανοιχτό το κλουβί μου και κατάφερα να το σκάσω. Εγώ όμως μπόρεσα και ξαναγύρισα στο σπίτι μου, στη γλυκιά μου Ρεματιά. Όμως, ο παπαγάλος δεν μπορεί -προς το παρόν- να γυρίσει στον τόπο του. Και η δεκαοχτούρα, κατέληξε -εξαιτίας της κακής συμπεριφοράς κάποιων από εδώ- να είναι ξένη μέσα στο ίδιο της το σπίτι.
Τυτώ: Να μιλήσει ο Γρύλος.
(Η Λιβελούλα και το Σκιουράκι κάθονται. Σηκώνεται ο Γρύλος.)
Γρύλος: Η αποξένωση και η παγωμάρα με στεναχωρούν πολύ. Αντίθετα, μ’ αρέσει η ζεστασιά! Χωρίς αυτήν δεν μπορώ να τραγουδήσω. Ξέρετε, κάποιοι μακρινοί συγγενείς μου ζουν στα τροπικά δάση, απ’ όπου ήρθε ο παπαγάλος. Να σας θυμίσω ότι έχει όνομα. Τον λένε Σαν Αλ Σουρ και το όνομά του μου θυμίζει τον ήλιο, που φωτίζει και ζεσταίνει το ίδιο όλο τον κόσμο. Να σας θυμίσω ότι και η δεκαοχτούρα έχει όνομα. Τη λένε Κοκτώ Ντεκαοκτώ και το όνομά της ακούγεται τόσο όμορφα, όσο όμορφη, φωτεινή και δυνατή είναι και η καρδιά της. Είμαι σίγουρος ότι και οι δύο έχουν πλημμυρίσει με ζεστασιά και φως και τις δικές σας καρδιές, απλώς δεν το έχετε καταλάβει ακόμη. Το γεφυράκι της Ρεματιάς, όπου πρωτοβρέθηκαν ο Σαν Αλ Σουρ και η Κοκτώ Ντεκαοκτώ, φαίνεται να είναι μια γέφυρα φιλίας για όλους μας.
Γκιώνης: Να μιλήσει η Χελώνα.
(Ο Γρύλος κάθεται. Σηκώνεται η Χελώνα.)
Χελώνα: Είμαι αρκετά μεγάλη και έχουν δει πολλά τα μάτια μου. Ο Γρύλος μίλησε πολύ σοφά. Τσίφτη και Ξεφτέρι αλλά και οι υπόλοιποι, ακούστε το καλά! Όλοι χρωστάμε μια συγνώμη στην Κοκτώ, είτε γιατί κάποιοι την κακολογήσανε, είτε γιατί οι υπόλοιποι δεν την υπερασπιστήκαμε.
(Σηκώνονται ο Τσίφτης και το Ξεφτέρι.)
Τσίφτης: Έχεις δίκιο, Χελώνα! Έχουμε καταλάβει το λάθος μας!
Ξεφτέρι: Και γι’ αυτό θέλουμε να ζητήσουμε συγνώμη και από την Κοκτώ και από τον Σαν Αλ Σουρ.
Χελώνα: Και πολύ καλά θα κάνετε! Στην Κοκτώ χρωστάμε επιπλέον κι ένα ευχαριστώ, γιατί με τη στάση της μάς έβγαλε από τον λήθαργο της απάθειας και της αδιαφορίας για όλους και για όλα. Όσο για τον Σαν Αλ Σουρ έχω ένα καλό προαίσθημα. Στο κάτω-κάτω γυρίστε πίσω στον χρόνο και σκεφτείτε: οι πρόγονοί σας ήταν όλοι από τη Ρεματιά, ήταν όλοι ντόπιοι; Ή μήπως κάποιοι ήρθαν από τόπους μακρινούς;
(Στη σκηνή μένουν μόνο ο Γρύλος, η Καρακάξα, η Χελώνα και οι Αφηγητές/τριες – αηδόνια και τραγουδούν το επόμενο τραγούδι από τις θέσεις τους εκεί. Όλοι οι υπόλοιποι κατεβαίνουν από τη σκηνή και παίρνουν θέση χορωδίας.)
Μουσική 6: «Δε λες κουβέντα» (Κ. Τριπολίτης – Δ. Μούτσης – Σ. Μπέλλου)
(Αμέσως μετά το τέλος του τραγουδιού ανεβαίνουν στη σκηνή ο παπαγάλος και η δεκαοχτούρα. Ο Γρύλος, η Καρακάξα και η Χελώνα κρύβονται πίσω από τα σκηνικά.)
Αφ. 1: Πάνε οι συζητήσεις, πάνε και τα δημοψηφίσματα! Βαριά σιωπή έπεσε σαν πέπλο επάνω στα ζώα της Ρεματιάς. Τα περισσότερα είχαν να θυμηθούν μια ιστορία με κάποιον παππού και κάποια γιαγιά, που ήρθαν ξένοι –ίσως και διωγμένοι από τόπους μακρινούς!
(Ανεβαίνουν τα μέλη του Χορού -ως πελαργοί τώρα πια- με τα χέρια ανοιχτά, κάνοντας ότι πετάνε και παίρνουν τις θέσεις τους στη μέση της σκηνής. Στο διάλογο που ακολουθεί συμμετέχουν οι δύο από τους επτά πελαργούς που δεν είχαν μιλήσει καθόλου ως μέλη του Χορού στη σκηνή με την Κοκτώ.)
Αφ. 2: Ξαφνικά, ένα σμήνος πελαργών φάνηκε στον ορίζοντα να πετάει προς τη Ρεματιά. Γύρισαν από την Αφρική, όπου είχαν πάει να ξεχειμωνιάσουν και τώρα επέστρεφαν για να φτιάξουν τις φωλιές τους και να γεννήσουνε τα αυγά τους. Όμως φαίνονταν σαν παραζαλισμένοι, σαν αποπροσανατολισμένοι, σαν να είχαν χάσει τον δρόμο τους.
Κοκτώ Ντεκαοκτώ: Μα τι χαλασμός είναι αυτός; Τι γίνεται;
Σαν Αλ Σουρ: Είναι πελαργοί. Έρχονται προς τα εδώ. Μάλλον θα έχουν χάσει τον δρόμο τους. Γρήγορα, Κοκτώ! Πρέπει να τους σταματήσουμε. Αν μπουν στη Ρεματιά, με τέτοια φόρα που έχουνε, θα γίνει μεγάλη καταστροφή.
Κοκτώ Ντεκαοκτώ: Έχεις δίκιο! Όλοι θα πανικοβληθούν, θα τσαλαπατηθούν και θα χαλάσουν και οι καινούριες φωλιές. Καλέ μου φίλε, εγώ θα τους συγκρατήσω από τη μια κι εσύ από την άλλη. Πελαργοί, πελαργοί, αλλάξτε πορεία! Πελαργοί, πελαργοί, σταματήστε! Πετάξτε προς τα εδώ, προς αυτό το γεφυράκι!
(Οι πελαργοί κάνουν πως φρενάρουν και σταματούν.)
Πελαργός 1: Πω, πω! Τι πτήση! Μας συγχωρείτε! Δεν θέλαμε να σας κάνουμε κακό. Κάτι πήγε στραβά στις μετρήσεις μας. Δεν ξέρουμε τι έγινε. Είχαμε πολλές παρεμβολές στα όργανα πτήσης. Με τόσες κεραίες, που έβαλαν οι άνθρωποι τριγύρω στα βουνά, είναι λογικό! Πώς δεν το είχαμε σκεφτεί, για να έχουμε τον νου μας! Κι εσείς, αλήθεια, ποιοι είστε;
Κοκτώ Ντεκαοκτώ: Κοκτώ Ντεκαοκτώ, μόνιμη κάτοικος Ρεματιάς.
Σαν Αλ Σουρ: Σαν Αλ Σουρ, μόνιμος κάτοικος … (διστάζει) Βασικά, έρχομαι από πολύ μακριά!
Πελαργός 1: Δεν πειράζει, φίλε! Κοίτα και εμάς. Διαρκώς ταξιδεύουμε! Πολίτες του κόσμου είμαστε!
Σαν Αλ Σουρ: Σ’ ευχαριστώ για τη συμπαράσταση, όμως εγώ δεν είμαι αποδημητικός τύπος!
Κοκτώ Ντεκαοκτώ: (Παρεμβαίνει σε αυτή τη στιγμή αμηχανίας, για να βγάλει τον φίλο της από τη δύσκολη θέση.) Λοιπόν, πώς μπορούμε να σας βοηθήσουμε;
Πελαργός 2: Ταξιδεύουμε πολύ καιρό τώρα. Ερχόμαστε από την Αφρική και κινδυνέψαμε πολλές φορές. Πιστέψτε μας, το ταξίδι δεν είναι πια ακίνδυνο. Πόλεμοι, βομβαρδισμοί, ερήμωση! Αυτά συναντήσαμε! Κι αυτά μας καθυστέρησαν πάρα πολύ. Άλλοτε, σε ειρηνικούς καιρούς ήδη από την άνοιξη βρισκόμασταν εδώ. Όμως ο πόλεμος, όπου κι αν συμβαίνει, τα ανατρέπει όλα προς το χειρότερο. Τουλάχιστον, είμαστε ζωντανοί και θα παλέψουμε να κερδίσουμε τον χαμένο χρόνο. Να προλάβουμε να φτιάξουμε τις φωλιές μας για τη νέα ζωή, που ετοιμάζουμε –αυτό θέλουμε μόνο!
Σαν Αλ Σουρ: Κι εγώ πέταξα μακριά να ξεφύγω από μια τέτοια καταστροφή. Αλλά το έκανα μόνος! Τι χαρά να παλεύεις μαζί με άλλους -ακόμη κι αν παλεύεις για τη ζωή σου!
Πελαργός 2: Πολύ θα θέλαμε να μείνουμε μαζί σου! Και η Ρεματιά μάς φαίνεται πραγματικά πολύ φιλόξενη. Όμως το καταλληλότερο μέρος για εμάς είναι μια πεδιάδα με μια λιμνούλα, που βρίσκεται κάπου εδώ κοντά. Μόνο εκεί θα μπορούμε να ανοίγουμε τα μεγάλα μας φτερά και να πετάμε με άνεση.
Κοκτώ Ντεκαοκτώ: Το γνωρίζω αυτό το μέρος. Δεν είναι πολύ μακριά από εδώ. Θα πετάξετε προς τα δυτικά και μετά από λίγη ώρα θα δείτε τη λιμνούλα στο μέσο της πεδιάδας. Αυτή είναι η περιοχή που ψάχνετε. Νιώθω πολύ ωραία, που θα είμαστε γείτονες και είναι πολύ πιθανό να ξανασυναντηθούμε!
Πελαργός 1: Σαν Αλ Σουρ και Κοκτώ Ντεκαοκτώ, σας ευχαριστούμε, που σώσατε την κατάσταση! Θα στεναχωριόμασταν πολύ αν προκαλούσαμε -άθελά μας- κάποια καταστροφή. Ίσως να ακουστεί παράξενα, όμως οι περιπέτειές μας μάς έχουν γεμίσει με δύναμη. Δεν χάσαμε το κουράγιο μας και τώρα που είμαστε τόσο κοντά στον προορισμό μας, νιώθουμε μεγάλη χαρά! Ευτυχώς, και για εμάς και για τη Ρεματιά που δεν έγινε κάποιο ατύχημα. Η χαρά μας είναι ακόμη πιο μεγάλη τώρα! Τέλος καλό, όλα καλά!
(Αυτή τη στιγμή εμφανίζονται και παίρνουν θέσεις στο κέντρο της σκηνής ο Γρύλος, η Χελώνα και η Καρακάξα.)
Γρύλος: Κοκτώ Ντεκαοκτώ και Σαν Αλ Σουρ, η προσπάθειά σας να σώσετε την κοινότητά μας ήταν αξιοθαύμαστη και φυσικά επιβεβαιώνει την άποψη που είχαμε από την αρχή για εσάς. Σας χρωστάμε ένα μεγάλο ευχαριστώ!
Καρακάξα: Θέλουμε να σας πούμε ότι οι αποφάσεις μας για εσάς πάρθηκαν –τελικά- ομόφωνα και μάλιστα πριν από το περιστατικό με τους Πελαργούς. Εμπρός, Χελώνα! Ανακοίνωσε -εδώ σε αυτό το γεφυράκι της φιλίας- τι αποφασίσαμε στη γενική μας συνέλευση.
Χελώνα: Βεβαίως! Αγαπητή φίλη Κοκτώ Ντεκαοκτώ, η γενική συνέλευση της Ρεματιάς σε ανακηρύσσει άξια Σύμβουλο και Συνήγορο των κατοίκων της. (Όλα τα παιδιά χειροκροτούν.) Αγαπητέ φίλε Σαν Αλ Σουρ, η Γενική Συνέλευση της Ρεματιάς σε καλωσορίζει ως ισότιμο πολίτη και σε ανακηρύσσει άξιο Διερμηνέα της κοινότητάς μας(Όλα τα παιδιά χειροκροτούν.).
Κοκτώ Ντεκαοκτώ: Η καρδιά μου είναι γεμάτη από το φως της αγάπης! Τι θα ήμουν –άλλωστε- εγώ χωρίς εσάς;
Χελώνα: Και τι θα ήμασταν κι εμείς χωρίς εσένα!
Κοκτώ Ντεκαοκτώ Εγώ είμαι κομμάτι της δικής σας ιστορίας κι εσείς είστε κομμάτι της δικής μου. Κομμάτι της ιστορίας μας είναι και ο Σαν Αλ Σουρ. Χωρίς αυτόν τίποτα από όλα αυτά, που νιώθουμε και λέμε σήμερα εδώ, δεν θα ήταν αληθινό. Η φιλία μας θα είναι -από εδώ και πέρα- οδηγός μας στα μονοπάτια της Ρεματιάς και της ζωής μας.
Σαν Αλ Σουρ: Η καρδιά μου είναι γεμάτη από το φως της ελευθερίας! Και είμαι σίγουρος ότι μια μέρα όλα τα σκοτάδια, που μαυρίζουν την ψυχή μας, θα γίνουν φως. Ελπίζω μια μέρα να ξαναδώ τον ουρανό της πατρίδας μου! Μπορώ και ελπίζω, επειδή η φιλία της Κοκτώ με δικαιώνει και η συμπαράστασή σας με απελευθερώνει. Δυνατός, αισιόδοξος και αξιοπρεπής -τώρα πια- μπορώ να βαδίζω μαζί σας στα μονοπάτια της Ρεματιάς και της κοινής ζωής μας.
(Ο Σαν Αλ Σουρ και η Κοκτώ Ντεκαοκτώ αγκαλιάζονται. Τα φώτα χαμηλώνουν. Ανεβαίνουν όλα τα παιδιά στη σκηνή -κρατώντας φαναράκια, προχωρούν αργά και παίρνουν θέσεις χορωδίας για το τελευταίο τραγούδι.)
Αφ. 1: Το γεφυράκι, που ένωσε τις ζωές τους, έμοιαζε γιορτινό· σαν στολισμένο με χρωματιστές γιρλάντες χαράς. Η Ρεματιά γέμισε φως! Ένα ωραίο, γλυκό φως! Το φως της στιγμής εκείνης που ο ήλιος και η σελήνη συναντιούνται για λίγο κι αρχίζουν να ζωντανεύουν τα όνειρα.
Αφ. 2: Μικρά φωτάκια λαμπύριζαν τώρα στη Ρεματιά. Τι να ήταν άραγε; Ίσως ένα χορός πυγολαμπίδων ή τα πρώτα αστεράκια που έριχναν κλεφτές ματιές από τον ουρανό. Ή ακόμη οι ανοιχτές αγκαλιές, οι φεγγοβόλες καρδιές και τα λαμπερά χαμόγελα των κατοίκων της. (Προς το κοινό) Εσείς … τι λέτε;
(Τα φαναράκια χαμηλώνουν. Τα φώτα δυναμώνουν. Τα παιδιά πιάνουν τα χέρια και ετοιμάζονται να τραγουδήσουν.)
Όλα μαζί τα παιδιά αναφωνούν: Ας ξεκινήσει η γιορτή!
Μουσική 7: «Γειτονάκι μου» (Α. Δασκαλόπουλος – Λ. Κόκοτος – Γ. Πουλόπουλος)
(Μετά το τέλος του τραγουδιού όλοι και όλες υποκλίνονται.)
ΤΕΛΟΣ
Προτάσεις για τη μουσική επένδυση του θεατρικού
Μουσική 1
- Φεύγω (Ν. Παπάζογλου)
- Τι τραγούδι να σου πω (Ενδελέχεια)
- Ξενάκι (Γ. Καλατζής)
- Ξενιτεμένο μου πουλί (Γ. Νέγκα, Δ. Μπάσης)
- Τώρα που πας στην ξενιτειά (Αρλέτα – Μ. Χατζιδάκης)
- Εδώ στη ρωγμή του χρόνου (Παπάζογλου – Ρασούλης)
- Θάλασσά μου σκοτεινή (Ν. Πορτοκάλογλου)
- Ταξιδιάρα ψυχή (Τρύπες)
- Δε χωράς πουθενά (Τρύπες)
- Μοναξιά μου όλα (Πυξ-Λαξ)
- Πώς να ξεχάσω (Ε. Πασπαλά)
Μουσική 2
- Φεγγάρι μάγια μου ΄κανες (Γ. Μπιθικώτσης)
- Σαν απόκληρος γυρίζω (Γ. Μητσιάς)
- Ποιος τη ζωή μου ποιος την κυνηγά (Κατσιμίχα)
- Την πόρτα ανοίγω το βράδυ (Μητσιάς – Τ. Λειβαδίτης)
- Σπασμένο καράβι (Κ. Kαράλης)
- Εσύ εκεί (Μ. Ξυδούς)
- Βράδυ Σαββάτου (Β. Παπακωνσταντίνου)
Μουσική 3
- Born to be wild
- Δυνατά δυνατά (Ε. Αρβανιτάκη)
- Τι γλυκό να σ’ αγαπούν (Χ. Αλεξίου)
- Και τι ζητάω (Λ. Μαχαιρίτσας)
- Ο κόσμος που αλλάζει (Α. Ιωαννίδης)
- Θα ΄μαι κοντά σου όταν με θες (Α. Ιωαννίδης)
- Η γόησσα (Β. Γερμανός)
- Λουλούδι του δάσους (Apurimac)
- Είναι το γέλιο σου (Λ. Μαχαιρίτσας)
Μουσική 6
- Δε λες κουβέντα (Σ. Μπέλλου)
- Μη μου ξαναφύγεις πια (Σ. Μπέλλου)
- Με αεροπλάνα και βαπόρια (Σ. Μπέλλου)
Μουσική 7
- Δεν κάνει κρύο στην Ελλάδα (Loconmodo)
- Θέλω κοντά σου να μείνω (Ε. Αρβανιτάκη)
- Εγώ κι εσύ μαζί (Πανούσης – Ιωαννίδης)
- Μη μιλάς άλλο για αγάπη (Δ. Σαββόπουλος)
- Τα παιδιά ζωγραφίζουν στον τοίχο
- Σ΄ αγαπώ θα πει (Θ. Αλευράς)
- Όπου υπάρχει αγάπη
- Απόψε λέω να μην κοιμηθούμε
- Μάνα γη (Apurimac)
- Don’ t worry be happy (Κατσιμίχα)
- Η φωτεινή πλευρά της ζωής (Μακρινά Ξαδέρφια)
Και διάφορα άλλα…
- Ο βασιλιάς της σκόνης (Ξύλινα Σπαθιά)
- Λιωμένο παγωτό (Ξύλινα Σπαθιά)
- Εμένα οι φίλοι μου (Magic de Spell)
- Μ΄ αρέσει να μη λέω πολλά (Υπόγεια Ρεύματα)
- Γυρίζω τις πλάτες μου στο μέλλον (Κατσιμίχα)
- Εκεί στο Νότο (Λ. Μαχαιρίτσας)
- Όταν χαράζει (Αγγελάκας – Θ. Παπακωνσταντίνου)
- Πεχλιβάνης (Θ. Παπακωνσταντίνου)
- Τα πάγια (Σ. Μάλαμας)
- Χαίνης (Χαίνηδες)
- Για το καλό μου (Μηλιώκας)
- Όσα η αγάπη ονειρεύεται (Α. Ιωαννίδης)
- Έντιμε άνθρωπε, κυρ Παντελή (Π. Τζαβέλας)
- Οδός Ονείρων (Χατζιδάκις)
- Φτιάξε καρδιά μου (Δ. Τσακνής)
- Ω, τι κόσμος μπαμπά!
- Θα βρεθούμε ξανά
- Μικρός πρίγκιπας (Μ. Φραγκούλης)
- Εγώ δεν είμαι ποιητής (Ν. Παπάζογλου)
- Μαλαματένια λόγια
- 18 Λιανοτράγουδα της πικρής πατρίδας
- Δίκοπη ζωή
…………………………..
Last modified: 17 Μαρτίου 2017