άρθρο του Θάνου Ανδρίτσου
πηγή: Το περιοδικό
Μέχρι φέτος κατάφερνα να προφυλάσσω την εαυτό μου από την παραμονή στην Αθήνα τις πρώτες μέρες του Αυγούστου. Μειώνονταν με τα χρόνια οι μέρες και ο προϋπολογισμός των διακοπών, αλλά κάπως η πρώτη του Αυγούστου χτυπούσε ένα καμπανάκι που δε μου επέτρεπε να κοιμηθώ το βράδυ στην ίδια πόλη. Φέτος δεν το κατάφερα. Η συλλογική και ατομική αφραγκία, η δύσκολη οργάνωση του προγράμματος και τα αντιφατικά αισθήματα που άφησε ο Ιούλης του ΟΧΙ και του αριστερού μνημονίου θα με κρατήσουν στην πόλη λίγες μέρες ακόμα.
Όμως δε σκέφτομαι τον εαυτό μου όταν γράφω αυτό το κείμενο. Θα κάνω και φέτος διακοπές και η οικονομική στενότητα κάπως θα γίνει διαχειρίσιμη. Άλλωστε περισσότερο επαγγελματικοί λόγοι έχουν κρατήσει εμένα και την παρέα μου στην Αθήνα, κάτι που πιθανότατα θα συνέβαινε και σε παλαιότερες εποχές.
Έβλεπα όμως εχθές την πλατεία δίπλα από το σπίτι μου γεμάτη παιδιά, Αύγουστο μήνα με καύσωνα, και θλιβόμουν. Σαν παιδί είχα την τύχη να περνάω όλο μου το καλοκαίρι στο χωριό και από τα εφηβικά μου χρόνια άρχιζαν να προστίθενται στο πρόγραμμα νησιά του Αιγαίου. Όμως, ακόμα κι αν ήμουν εγώ τυχερός, πιστεύω ότι δεν ήταν ποτέ τόσο γεμάτες από παιδιά οι πόλεις τον Αύγουστο. Θυμάμαι, πολλοί παιδικοί μου φίλοι πήγαιναν κατασκηνώσεις, όλο και κάποιο χωριό συγγενή εμφανιζόταν, ένα εξοχικό φίλου, κάτι που μπορούσαν οι γονείς να στείλουν τα παιδιά τους, μέχρι να αρχίσουν να παίρνουν άδειες και ανάλογα με τις οικονομικές τους δυνατότητες να οργανώνουν τις διακοπές τους.
Εντάξει, τα παιδιά όπου και να βρεθούν ωραία περνάνε. Παίρνουν ένα ποδήλατο και προσπαθούν να κάνουν στους χαζοδρόμους της μεγαλούπολης, παίζουν κρυφτό μπαίνοντας στα ισόγεια των πολυκατοικιών, σκαρφαλώνουν σε ένα δέντρο της πλατείας και τρώνε παγωτό από το ψιλικατζίδικο. Ούτε πολλά λεφτά χρειάζονται, ούτε τίποτα. Μπορεί, ωστόσο να αναπληρωθεί η χαμένη αίσθηση του καλοκαιριού και της εξοχής, η ανάγκη της θάλασσας και της άμμου, της αλητείας του πρώτου τσιγάρου, των πρώτων φλερτ που δεν μπορούν εύκολα να χωρέσουν μέσα στο ίδιο σκηνικό που ζεις και το χειμώνα;
Στο αμάξι χθες βράδυ μαζί με κάτι φίλους, καταλάβαμε ότι η πόλη είναι αρκετά γεμάτη για την εποχή. Περιορισμένη κίνηση στους δρόμους, γεμάτα τα μαγαζιά. Καμία σχέση με την ερημιά που πετυχαίναμε σε κάτι διαλείμματα στην πόλη πριν χρόνια τέτοια εποχή. Μπορεί μέσα σε αυτό τον πληθυσμό να είναι και κάποιοι αποφασισμένοι για «summer in the city» που έχουν προγραμματίσει διακοπές άλλη εποχή ή τους αρέσει η Αθήνα τον Αύγουστο ή οτιδήποτε. Αλλά είναι προφανές ότι δεν είναι η πλειοψηφία. Τα μπαράκια γεμάτα νεολαία, φοιτητές, φοιτήτριες και πιτσιρικαρία, μεγάλο μέρος της οποίας είναι άνεργη. Ετοιμάζονται να την κάνουν, αλλά όλο και πιο αργά κάθε χρόνο. Τα λεφτά λιγοστεύουν, οι μέρες των διακοπών συμπιέζονται, ίσως και η όρεξη να μειώνεται.
Οι διακοπές είναι ανάγκη, όχι πολυτέλεια. Είναι πηγή ζωής, ξενοιασιάς, έρωτα, φιλίας, ξεκούρασης. Είναι το διάλειμμα. Η επανεκκίνηση. Χωρίς αυτές δεν ξεκινά νέα χρονιά. Χάνεις την αίσθηση της διαφυγής, της παύσης από το καθημερινό, το συνηθισμένο. Χωρίς αυτές δεν έχεις δύναμη και ψυχικά αποθέματα να βγάλεις τη δύσκολη χρονιά που έρχεται. Για αυτό, ακόμα και αν στις προσωπικές ιστορίες υπάρχουν λόγοι ψυχραιμίας, σα συλλογικό βίωμα, η ραγδαία μείωση των διακοπών είναι κοινωνική και ψυχολογική καταστροφή.
Αυτά είναι λίγο πολύ δεδομένα. Πρέπει όμως να σκεφτούμε γιατί συμβαίνει αυτό και αν θα μπορούσε να μη συμβαίνει σε τέτοιο βαθμό. Δε θα μιλήσω για τα προφανή και βασικά, ότι σε μια διαφορετική οικονομική κατάσταση ο κόσμος θα μπορούσε να κάνει διακοπές και ότι η συνέχιση της μνημονιακής πολιτικής, εκτός των άλλων, θα σκοτώσει και τις διακοπές μας. Θα φωνάξω για όλες αυτές τις ειδικές πλευρές που τρώνε το καλοκαίρι μας και τις οποίες δεν πρέπει να δεχόμαστε ως δεδομένες.
Η «βαριά βιομηχανία» του τουρισμού
Η τουριστική βιομηχανία της χώρας, αυτή η «βαριά βιομηχανία» για την οποία όλοι μιλούν, είναι βαθιά ταξική. Κατά βάση (παρά την τεράστια διαφοροποίηση του τουριστικού προϊόντος) απευθύνεται σε ξένο τουρισμό ή εγχώριο από ένα οικονομικό επίπεδο και πάνω. Αυτό συμβαίνει διότι οδηγείται από το ατομικό κέρδος και άρα παράγει ανορθολογισμούς, αποκλεισμούς, περιβαλλοντικές επιβαρύνσεις κ.α.
Το πιο ακραίο παράδειγμα είναι τα εισιτήρια των πλοίων. Η απελευθέρωση των τιμών που δήθεν θα έφερνε λόγω του ανταγωνισμού φτηνότερα ναύλα, στην πραγματικότητα έκανε το ακριβώς αντίθετο. Όλα τα δρομολόγια στην Ελλάδα έχουν μονοπωληθεί από 2-3 εταιρίες, που έχουν φτάσει τις τιμές σε απλησίαστα επίπεδα, επιβάλλοντας μάλιστα τα ακριβότερα αλλά ταχύτερα πλοία έναντι των φτηνότερων και αργών. Μια οικογένεια 4 ατόμων με αμάξι, μπορεί να χρειαστεί κοντά στα 500 ευρώ για να πάει σε ένα τυπικό νησί του Αιγαίου. Δηλαδή, περισσότερα από τον κατώτατο μισθό. Έχοντας κατακτήσει τα δρομολόγια, οι συμμορίες των ακτοπλοϊκών κάνουν ότι θέλουν, παίρνουν επιδοτήσεις από το κράτος για να μην αποκλείσουν νησιά, ενώ κάθε αύξηση στον ΦΠΑ, το πετρέλαιο κτλ τη φορτώνουν στο κοινό.
Δεύτερος παράγοντας, η δυσκολία στην εύρεση αξιοπρεπούς και φτηνής λύσης διακοπών. Η κραυγαλέα προώθηση του τουρισμού των μεγάλων ξενοδοχειακών μονάδων και των εκατομμυρίων “rooms to let” έχει υποβαθμίσει και οδηγήσει στην παρανομία κάθε μέριμνα για τα φτωχότερα στρώματα. Τα οργανωμένα κάμπινγκ είναι πολύ λίγα σε σχέση με την τεράστια μάζα επισκεπτών που τα προσεγγίζουν όλο και περισσότερο τα τελευταία χρόνια λόγω οικονομικής δυσκολίας. Όντας λίγα και συνήθως με μέτριες υποδομές και συνθήκες υγιεινής, τις περιόδους μεγάλου φόρτου επισκεπτών γίνονται σχεδόν ανυπόφορα για κοινωνικές κατηγορίες διαφορετικές από την εναλλακτική νεολαία.
Η ελεύθερη κατασκήνωση κυνηγιέται σχεδόν σε όλη την Ελλάδα, έτσι ώστε να είναι μια επιλογή που κατά βάση σχετίζεται με ένα διαφορετικό τρόπο ζωής, ενώ υπό προϋποθέσεις είναι μια εξαιρετικά εύκολη επιλογή για οικογένειες και σίγουρα προτιμητέα για το περιβάλλον και το τοπίο. Άλλωστε, τα λίγα μέρη που δεν κυνηγιέται το ελεύθερο, γεμίζουν ασφυκτικά και θυμίζουν γεμάτο βαγόνι του μετρό, παρά ήρεμο πρωινό στην παραλία. Δεν έχω πλήρη γνώση, αλλά νομίζω ότι και οι υπηρεσίες κοινωνικού τουρισμού είναι ανεπαρκείς για το μέγεθός των αναγκών, οι οποίες μάλιστα τα προηγούμενα χρόνια όλο και απευθύνονταν σε λιγότερους δικαιούχους.
Η αποφυγή της χρήσης πλοίου, παρέχει μια φτηνότερη επιλογή, που ωστόσο πλήττεται από τα παράλογα ακριβά διόδια και τη βενζίνη που αν και μειώθηκε λίγο, παραμένει πανάκριβη. Αυτό ισχύει και στην πιο κλασική φτηνή επιλογή για το καλοκαίρι, που είναι το ορεινό χωριό. Η ευκολία με την οποία παλιά γέμιζες το αμάξι, αγόραζες και μερικά φαγώσιμα και πέρναγες τεράστια διαστήματα οικονομικά, έχει παρέλθει. Εδώ, στέκεται αδύνατο να καλυφθούν βασικές ανάγκες στην μόνιμη κατοικία.
Οι συγκοινωνίες, στην ηπειρωτική Ελλάδα και ακόμα χειρότερα στα νησιά, δυσκολεύουν πάρα πολύ τη μετακίνηση χωρίς αυτοκίνητο, ειδικά για οικογένειες και μεγαλύτερες ηλικίες. Δεν είναι μόνο ανεπαρκείς, αλλά και εξαιρετικά ακριβές. Κατά βάση, οι τιμές στα πάντα που σχετίζονται με το σύνολο των δραστηριοτήτων που εμπλέκονται με τις διακοπές, ακρίβυναν τις τελευταίες εβδομάδες, μετά την ψήφιση του νέου μνημονίου ή θα ακριβύνουν στο μέλλον, ανάλογα με το πόσα μπορούν να αποσοβήσουν από τα κέρδη τους οι επιχειρηματίες του τουρισμού.
ΤΙΝΑ και στις διακοπές;
Σε όλα αυτά δεν υπάρχει εναλλακτική; Είμαστε καταδικασμένοι να λιώνουμε στις πόλεις τον Αύγουστο; Να μην πλατσουρίζουν με τις ώρες στην άμμο τα πιτσιρίκια; Να χάνουν τη ζωή τους στο μίζερο μπαλκονάκι οι άνεργοι; Να βγαίνει με δυσκολία ένα τριήμερο στο νησί για μια φοιτήτρια; Μπορούμε να δεχτούμε τέτοια προοπτική, τέτοια ζωή;
Ξανά, δε θα αναφερθώ στο βασικό ζήτημα που μας οδήγησε εδώ, που είναι η οικονομική πολιτική που συνεχίζεται. Αλλά σε κάποια ειδικότερα θέματα που θα αποτελούσαν βασική πλευρά μια πραγματικά εναλλακτικής πολιτικής που θα στόχευε στην κάλυψη των κοινωνικών αναγκών. Για να τα κάνει αυτό, οφείλει να συγκρουστεί με την αποθέωση της ιδιωτικής πρωτοβουλίας και να αρνηθεί το δρόμο της υπονόμευσης των δημόσιων υπηρεσιών υπέρ του ατομικού κέρδους.
Να το δούμε συγκεκριμένα. Όλη η Ελλάδα είναι γεμάτη από πανέμορφους τόπους και αναρίθμητα εγκαταλειμμένα κρατικά οικόπεδα και κτίσματα. Μέσα σε πολύ μικρό χρονικό διάστημα και με εξαιρετικά μικρό κόστος, μπορούν να αξιοποιηθούν για δημόσιες, δημοτικές, αυτοδιαχειριζόμενες, ημιδημόσιες- ημιιδιωτικές, εγκαταστάσεις λαϊκού και νεανικού τουρισμού. Είτε με τη μορφή ελεύθερης ή οργανωμένης κατασκήνωσης, είτε με τη μορφή ξενοδοχείων ή δωματίων υπό δημόσια ή δημοτική διαχείριση. Οι μορφές μπορούν να είναι πολλές και να αξιοποιούν και ενισχύουν τις τοπικές οικονομίες και τις μικρές επιχειρήσεις. Φανταστείτε μόνο πόσες χιλιάδες άνεργοι και άνεργες θα μπορούσαν να απασχοληθούν σε μια τέτοια κατεύθυνση και μάλιστα με χαμηλό κόστος και πιθανώς ισάξιο κέρδος Βασικό μέλημα, δεν μπορεί παρά να είναι η κάλυψη των κοινωνικών αναγκών και η προώθηση των δημόσιων και όχι των ιδιωτικών πρωτοβουλιών.
Μια κατεύθυνση δηλαδή ακριβώς αντίθετη με αυτή που ακολουθείται τα τελευταία χρόνια που προωθείται σταθερά η ιδιωτική πρωτοβουλία. Το μνημονιακό νομοθετικό πλαίσιο επιδιώκει να ακυρώσει τη δυνατότητα δημόσιων και δημοτικών λειτουργιών (όχι αναγκαστικά με κόστος αλλά ενδεχομένως και με κέρδος) με στόχο την εξυπηρέτηση των λαϊκών αναγκών. Το κράτος θα μπορούσε με ευκολία να επιβάλλει περιορισμούς στην κερδοσκοπία των ακτοπλοϊκών επιχειρήσεων και βέβαια να χτυπήσει το μονοπώλιο και τον καθορισμό των τιμών. Θα έπρεπε, επίσης, να επεξεργαστεί και υλοποιήσει ένα σχέδιο φτηνών και υψηλής ποιότητας δημόσιων μέσων μεταφοράς, που να μειώνει την παντοκρατορία του Ι.Χ., που συμφέρει τις πολυεθνικές των καυσίμων και της αυτοκινητοβιομηχανίας, αλλά είναι καταστροφική οικονομικά και περιβαλλοντικά.
Όλα τα παραπάνω, που σαφώς δεν είναι παρά γενικοί άξονες και όχι ολοκληρωμένο σχέδιο, δεν είναι καθόλου ανέφικτα.. Καθίστανται όμως αδύνατα όσο υιοθετείται μια πολιτική υπέρ της καπιταλιστικής κερδοφορίας και των εγχώριων και διεθνών μονοπωλιακών ομίλων, υποβάθμισης και ξεπουλήματος των δημόσιων υπηρεσιών και του φυσικού πλούτου και βέβαια καταστρατήγησης των λαϊκών δικαιωμάτων.
Όμως, εκτός από την ασκούμενη πολιτική, είναι κρίσιμο να αλλάξει και η ατομική ή οικογενειακή πρόσληψη των διακοπών. Οι διακοπές γίνονται εξαιρετικά πιο προσιτές και ευχάριστες όταν γίνονται με συλλογικό και αλληλέγγυο τρόπο. Τρανή απόδειξη είναι ο τρόπος που επιτυγχάνεται μια σημαντική μείωση του κόστους παραθερισμού, σε κάμπινγκ αριστερών νεολαιών, καλοκαιρινά φεστιβάλ. Άλλωστε αποτελεί συνηθισμένη πρακτική εδώ και χρόνια για μεγάλα κομμάτια της νεολαίας, η ελεύθερη κατασκήνωση. Ωστόσο, η συλλογικότητα και η αλληλεγγύη, όπως και σε όλους τους τομείς της κοινωνικής ζωής, δεν προσφέρεται απλά ως επιλογή για αμφισβητίες του ατομισμού. Είναι αναγκαίες για την επιβίωση της κοινωνικής πλειοψηφίας.
Βοηθάμε ο ένας τον άλλο, συμβάλλουμε με κάθε τρόπο που μπορούμε σε συλλογικές λύσεις για καλοκαιρινές διακοπές. Βρίσκουμε τρόπους για να μειώσουμε το κόστος. Κανείς μόνος και καμία μόνη στην κρίση. Κανείς μόνος και καμία μόνη στην πόλη με τον αυγουστιάτικο καύσωνα. Π
Πηγή: Το Περιοδικό
Last modified: 16 Αυγούστου 2015