37 χρόνια απ’ την πρωτομαγιά του “Ανίκητου” Αλέκου Παναγούλη…
Πολύς ο καιρός και λίγος ταυτόχρονα απ’ το ξημέρωμα της πρωτομαγιάς του 1976… Πολύς, γιατί οι αριθμοί είναι αμείλικτοι:τρεισήμισι δεκαετίες… Λίγος, γιατί ο Αλέκος και όσα εκπροσωπεί – ναι, συνειδητά χρησιμοποιώ ενεστώτα – είναι περισσότερο από ποτέ άλλοτε επίκαιρος και σύγχρονος.Ο Αλέξανδρος Παναγούλης δεν ήταν απλώς ένα προϊόν της εποχής του. Κατάφερε να γίνει αυτός ο ίδιος η εποχή του. Δεν έμεινε όμως εκεί. ΄Απλωσε ρίζες σαν το δέντρο και “αγκάλιασε”το παρελθόν, το παρόν και το μέλλον συναιρώντας τα με έναν τρόπο μοναδικό.
΄Ηταν το 1968. ΄Ενας νέος άνθρωπος τότε, εμφορούμενος από ιδανικά και αξίες, θα ορθώσει το ανάστημά του απέναντι σε μια τυραννία. Την ώρα που οι πολλοί χάνονταν στη θεωρητικολογία και στην αμπελοφιλοσοφία – οποία ομοιότης με το σήμερα! – επιβεβαιώνοντας μόνο την “αφασία” τους μπροστά στο καθεστώς της 21ης Απριλίου που είχε μόλις πριν από ένα χρόνο εγκαθιδρυθεί, αυτός, ο “ένας”, θα αποπειραθεί να εξοντώσει το δικτάτορα Γεώργιο Παπαδόπουλο και το καθεστώς του. Και όλα αυτά, χωρίς τη βοήθεια που του είχαν υποσχεθεί κάποιοι που αργότερα έκαναν “καριέρα αγωνιστή ενάντια στη χούντα”… Θα αποτύχει ως προς το εγχείρημά του… Θα πετύχει όμως να αφυπνίσει για πρώτη φορά τις κοιμισμένες ελληνικές συνειδήσεις και θα “χαλάσει” διεθνώς την εικόνα που το καθεστώς επιμελώς τεχνουργούσε, ότι δήθεν δηλαδή η Χούντα ήταν μια επανάσταση που είχε την αποδοχή της πλειονότητας του ελληνικού λαού…Θα συλληφθεί. Θα περάσει πέντε χρόνια κρατούμενος στις φυλακές, υφιστάμενος βασανισμούς πρωτοφανούς αγριότητας και “διεστραμμένης φαντασίας”. Δε θα υποκύψει, δε θα παρακαλέσει, δε θα συμβιβαστεί ποτέ. Η προσωνυμία “ο ανίκητος”, που του είχαν δώσει οι σύντροφοί του, θα βρει τον ιδανικότερο εκφραστή της… Μαζί με αυτόν θα βασανιστούν και τα μέλη της οικογένειάς του. Ποιος απ’ τους παλαιότερους δε θυμάται τη μητέρα του Αθηνά, αυτό το αιώνιο σύμβολο της ελληνίδας μάνας…Το ίδιο και τον αδελφό του Στάθη, ο οποίος γνώρισε και αυτός τις “περιποιήσεις” της διαβόητης ΕΣΑ…
Ο Αλέξανδρος Παναγούλης θα ζήσει. Το 1974 θα πολιτευθεί. Θα βροντοφωνάξει ότι η Δημοκρατία μπορεί να ζήσει χωρίς τάφους και δε θα εκδηλώσει σε καμιά περίπτωση τάσεις εκδίκησης… Διψά μόνο για Δημοκρατία και Δικαιοσύνη. Θα αγωνιστεί με το ίδιο πάθος για να σταθεί η νεότευκτη μεταχουντική δημοκρατία στα πόδια της. Θα θελήσει να ρίξει όμως και άπλετο φως στα σκοτεινά σημεία του πρόσφατου χουντικού παρελθόντος… Και ξαφνικά, το τέλος… Τα ξημερώματα της πρωτομαγιάς του 1976 θα βρει τραγικό θάνατο σε ένα ύποπτο τροχαίο ατύχημα. ΄Ενα τροχαίο που ποτέ δε φωτίστηκε επαρκώς και που, ακόμη και σήμερα, προκαλεί συζητήσεις και ερωτηματικά. Ατύχημα ή δολοφονία; Το σίγουρο είναι ότι εκείνο το βράδυ στη λεωφόρο Βουλιαγμένης σταμάτησε μια πορεία αρετής προς την αληθινή, ατόφια δημοκρατία… Πέθανε μια δημοκρατική συνείδηση που είχε γεννηθεί πολύ πριν το 1968 στους κόλπους της νεολαίας της ΄Ενωσης Κέντρου και που το 1976 θα λέγαμε ότι πλέον είχε “ενηλικιωθεί” και μεστώσει…
Ο Αλέκος Παναγούλης, ο “Αλέξανδρός μας” είναι όμως νεκρός μόνο βιολογικά. Η ανάμνησή του μας εμπνέει και μας οδηγεί. Και σίγουρα, μας λείπει… Κάποιους τους ενοχλεί γι’ αυτό και επεδίωξαν να τον ρίξουν στα τάρταρα της λήθης.Μόλις δύο γραμμές στο σχολικό βιβλίο της ιστορίας της Γ΄ Λυκείου, έτσι ώστε οι μαθητές να μην τον γνωρίσουν… Σε όλους αυτούς έχω να πω ότι ματαιοπονούν. Γιατί τον Παναγούλη θα τον βρεί εκείνος που το θέλει, Ποιός ξέρει; Πολλοί από εμάς ίσως να κουβαλάμε ένα μικρό κομμάτι του μέσα μας. Πώς να το κάνουμε; Δεν είναι όλοι ίδιοι. Υπάρχει το φως, υπάρχει και το σκοτάδι. Υπάρχουν οι κολοσσοί, υπάρχουν και οι “νάνοι”. Υπάρχει η αρετή, υπάρχει και η ποταπότητα. Οι ΄Ελληνες μπορεί να κυλάμε προς τα κάτω αλλά τρέφουμε διαχρονικά μια απεριόριστη εκτίμηση προς το “υψηλό”. Και αυτό το “υψηλό” συνδέθηκε άρρηκτα με τον τιτάνιο αυτό αγωνιστή.
΄Ισως γι’ αυτό και φέτος θα τον θυμηθούμε πιο έντονα από κάθε άλλη φορά. Γιατί ο Αλέκος ήταν το μέτρο και ο ορθός λόγος στην νεοελληνική αμετροέπεια και στον παραλογισμό, ήταν η απάντηση στο “τις πταίει” για το κατάντημα της “ελληνικής πολιτείας”, ήταν το γόνιμο “γιατί;” στην πλάνη της μακαριότητάς μας. Γι’ αυτό και ταπεινότητά μου ένιωσε το χρέος να γράψει αυτές εδώ τις γραμμές. Γι’ αυτό τον τιμά, τον αγαπά και με συγκίνηση και σεβασμό κλίνει το γόνυ μπροστά στο μεγαλείο του.
Last modified: 29 Απριλίου 2013